Οριακά διεστραμμένο το μυθιστόρημα του Ρόκε Λαρράκι, Μητροφάγος∙ πάντως διαβολεμένα ευφυές με χιούμορ και διάθεση να σχολιάσει τους καιρούς μας, την τέχνη, την επιστήμη, τη μεταφυσική, να φτάσει στα όρια τις αντοχές του αναγνώστη στη φρίκη, να τον εξοικειώσει μαζί της, όπως και με την πραγματικότητα.
Σε ένα σανατόριο το 1907 στήνεται ένα πείραμα για να διαπιστωθεί αν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο. Δεκάδες καρκινοπαθείς τελικού σταδίου ξεγελιούνται με το πρόσχημα ενός θαυματουργού ορού που θα τους θεραπεύσει. Κι όταν οι ελπίδες τους καταρρέουν, παρεμβαίνουν οι γιατροί, και τους ζητούν να δωρίσουν το σώμα τους, ή μάλλον το κεφάλι τους, στην επιστήμη. Εκατό και βάλε χρόνια μετά, ένας καλλιτέχνης κάνει το δικό του σώμα έργο τέχνης, αυτοακρωτηριάζεται, χρησιμοποιεί ένα σαρκοφάγο έντομο, διαλύεται.
Γκροτέσκο, στα όρια της φάρσας, με μια δύναμη εντελώς αλλόκοτη, το Μητροφάγος, μιλάει με την τόλμη που μόνο στην τέχνη συγχωρείται, για την φαυλότητα της ανθρώπινης φαντασίας, την κινητήριο δύναμη όλου του πολιτισμού αλλά και όλης της φρικαλεότητας. Τέρατα παρελαύνουν στις σελίδες του, τέρατα που προέκυψαν βαθιά από τη μήτρα της ίδιας της ανθρωπότητας, σαν το μωρό με τα δυο κεφάλια, ή τα δυο μωρά με το ένα σώμα, που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης. Τα βάζουμε στη γυάλα και στη φορμόλη, τα κοιτάμε εξονυχιστικά σε ένα περίεργο freak show, αλλά τελικά εκεί, στις εσχατιές της φαντασίας, εδρεύουν οι χίμαιρες και τα οράματα, λίγο να μετακινηθείς, λίγο να παρασυρθείς και το όνειρο γίνεται φρικτός εφιάλτης. Αλλά τελικά, μήπως αυτά, δεν είναι τα πραγματικά τέρατα;
Φυσικά από ένα τέτοιο βιβλίο δεν θα μπορούσε να λείπει ο έρωτας, τσακίζονται οι γιατροί για τα μάτια της προϊσταμένης νοσοκόμας, Μενέντες. Όταν τελικά ο πρωταγωνιστής μας την κατακτά, την βάζει σε μια γυάλα κι αυτή μαραίνεται. Δεν έχει καμία σημασία πια. Μόνο η φωτιά θα μας σώσει.
Δεν είναι για όλους τους αναγνώστες, κάποιοι θα σιχαθούν και θα ανατριχιάσουν, κάποιοι δεν θα μπορούν να κοιμηθούν τα βράδια βλέποντας αυτοσχέδιες γκιλοτίνες κι ομιλούσες κεφαλές σε κύκλο. Ούτε κι εμένα με γοήτευσε εντελώς, σε κάποια σημεία ήθελα να το πετάξω από δίπλα μου να μην το βλέπω. Όμως ξέρω πως καλή λογοτεχνία γράφουμε και διαβάζουμε μέσα στα σκοτάδια μας, σκάβοντας εκεί που εδράζονται οι πιο μύχιοι φόβοι μας, κι οι πιο ντροπιαστικές ελπίδες μας. Ε, ο Λαρράκι μάλλον προχώρησε ένα βήμα παραπάνω αυτή την ανασκαφή.
Κατερίνα Μαλακατέ
Υ.Γ.42 Σιγά μη σας πω τι είναι Μητροφάγος. Μουχαχαχ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου