4/12/23

Ένας κάποιος απολογισμός


                            






Είμαι πολύ κουρασμένη σήμερα, πονάει όλο το κορμί μου σαν να το έχει χτυπήσει κάποιος σε όλα τα λάθος σημεία. Ψάχνω μέσα μου τι νιώθω, το βασικό είναι ευγνωμοσύνη. Ένα αμφιθέατρο 300 ανθρώπων γεμάτο το απόγευμα του Σαββάτου, μισό την επομένη, δέκα η ώρα το πρωί της Κυριακής. Άνθρωποι που ήρθαν από τη Βιέννη και το Ζάγκρεμπ, από την Αριδαία, την Κομοτηνή, το Αγρίνιο, τη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα, την Καβάλα, κάποιους αδικώ με σιγουριά, κάποιοι θα ήρθαν από ακόμα πιο μακριά, μόνο για αυτό το Σαββατοκύριακο. Νιώθεις κάπως ευλογημένος, κι ας μην πιστεύεις. Και φυσικά οι Λέσχες μας της Αθήνας, τα μέλη, οι παρέες μας. Πιστεύω στη δύναμη του αγνού αναγνώστη. Να, το είπα.



Την πρώτη μέρα δεν άντεξα, έκανα μια ημικρανία ξεγυρισμένη, και την ώρα που μιλούσε η Ιωάννα Καρυστιάνη, έκανα και την οπτική αύρα, δεν άκουγα και δεν έβλεπα, και μόνο τις φωτογραφίες έχω να σας προσφέρω. Δεν ξέρω τι άλλο.






Τη δεύτερη μέρα, την Κυριακή, είχα πια συνέλθει, αλλά δίπλα μου, είχα ένα ξωτικό. Μπορεί να επηρέασε κι η αύρα, δεν ξέρω, αλλά μπήκα στην αύρα της Ζυράννας Ζατέλη και την άκουσα μαγεμένη, τόσο μαγεμένη που δεν ξέρω να σας πω τι είπα εγώ και τι τη ρώτησα, και τι ρώτησε η Βιβή και τι την ρώτησαν τα μέλη μας. Κρατούσα σκόρπιες σημειώσεις, από αυτή την «ταμένη της γραφής στον βωμό του άρρητου». Αυτή τη γυναίκα, που τις μέρες που κάνει παύση η δημιουργικότητα τις νιώθει σαν «προσωρινό θάνατο», κι έπειτα ανασταίνεται. Που τα μυθιστορήματά της είναι ένας συνεχής «χορός θανάτου», «κραυγή ενός κεραυνοβολημένου», για αυτό «δεν τελειώνουν ποτέ». Και που πως θα ήθελε «αχ, να μπορούσε να γράψει την τελευταία της σκέψη, πριν το θάνατο».



«Η ανάγνωση είναι η μόνη ηδονή χωρίς τίμημα» μας είπε. Δεν ξέρω αν είναι τίμημα αυτό που νιώθω σήμερα, αυτή η αίσθηση πως δεν μπορώ να βγω από τη σκιά της. Και δεν θέλω κιόλας. Ξέρω πως θέλω να σας ευχαριστήσω γιατί η ζωή μου, όλη μέρα χωμένη στα βιβλία προαλειφόταν πολύ μοναχική, μεγάλωσα με πολύ λίγους φίλους. Κι η ζωή μου, λόγω της ανάγνωσης και των βιβλίων, έγινε τόσες αγκαλιές.






                                    Κατερίνα Μαλακατέ





Υ.Γ. 42 Όλα αυτά συνέβησαν στη 2η Πανελλήνια Διαλεσχική Συνάντηση με καλεσμένες την Ιωάννα Καρυστιάνη και τη Ζυράννα Ζατέλη. Ναι, ξέρω, ακούγεται τόσο «σοβαρό» για να είναι αυτό το κείμενο ο απολογισμός του. Είναι ο δικός μου απολογισμός, όπως καταλαβαίνετε. Σε λίγες μέρες που θα κάνουμε απολογισμό στο Συντονιστικό, θα έχω συνέλθει ελπίζω, μην λέω στους/στις συντρόφους μου συντονιστές/τριες άρες μάρες κουκουβάγιες.


 



















Οι Λέσχες Ανάγνωσης είχαν γιορτή.-

11/11/23

"Ο Πολωνός", J.M. Coetzee


Αγοράστε το εδώ 


Ο Πολωνός είναι η τελευταία νουβέλα ενός σπουδαίου, του Νοτιοαφρικανού J.M.Coetzee, του μόνου συγγραφέα που μετά από δύο απανωτά Booker πήρε το Νόμπελ (2003). Ο Κουτσί, γεννημένος το 1940, γράφει αυτή τη νουβέλα στα 83 του. Είναι πασίγνωστος για τον λιτό, διαυγή τρόπο με τον οποίο χειρίζεται τη γλώσσα -η πολυπλοκότητα και οι αφηγηματικοί εντυπωσιασμοί δεν είναι γι’ αυτόν, ας τα αφήσουμε για τον Χούμπερτ Χούμπερτ του Ναμπόκοφ. Του αρέσουν οι απέριττες γραμμές, οι καθαρές σιλουέτες. Χμ, πόσο καθαρές είναι τελικά, αυτό μένει να διερευνηθεί κι είναι το πιο σπουδαίο και γοητευτικό πράγμα σε όλα του τα βιβλία. Να διαβάσετε τους Βαρβάρους και τα Χρόνια του Σιδήρου, αν θέλετε να έχετε ολοκληρωμένη άποψη(άμα τα βρείτε πουθενά, εντελώς εξαντλημένα).

Η πλοκή είναι σχετικά απλή (νουβελά γαρ), η Μπεατριθ, μια γυναίκα γύρω στα σαράντα πέντε είναι παντρεμένη με έναν πλούσιο τραπεζίτη και διευθύνει έναν Κύκλο -γυναικών κυρίως- που καλούν μουσικούς για να δώσουν ρεσιτάλ κλασικής μουσικής στην Βαρκελώνη. Για αυτό καλούν και τον Πολωνό (που κανείς δεν μπορεί να προφέρει το όνομά του). Έναν άντρα 72 ετών, που παίζει Σοπέν πολύ εγκεφαλικά και καθόλου αισθαντικά, που αυτοαποκαλείται «κάποιος που παίζει πιάνο», αντί για «πιανίστας» και που τελικά ερωτεύεται με απίστευτη δύναμη, αυτή μάλλον του τελευταίου έρωτα, τη Μπεατρίθ. Τη διεκδικεί με πάθος, με ιερή μανία, την προσομοιάζει με τη Βεατρίκη του Δάντη στη Θεία Κωμωδία. Κι εκείνη, αν και τον βρίσκει μάλλον άσχημο, μεγάλο και αντιπαθητικό, ενδίδει.
Σε πρώτο επίπεδο έχουμε το παιχνίδι του συγγραφέα με τον εαυτό του. Ο Πολωνός μοιάζει εξαιρετικά στον ίδιο στην εξωτερική περιγραφή, και η σκιά των χρόνων του Κουτσί, πέφτει βαριά σε αυτόν τον έρωτα. Μα το πραγματικό άλτερ ίγκο του, είναι όπως πάντα μια γυναίκα, η Μπεατρίθ είναι η γέφυρά του με τον κόσμο της νουβέλας.

Σε δεύτερο επίπεδο η νουβέλα μιλά για τη γλώσσα, ως κώδικα επικοινωνίας συναισθήματος. Οι δυο τους, ο Πολωνός και η Καταλανή, δεν μιλούν την ίδια γλώσσα, συνεννοούνται σε φροντισμένα αγγλικά που δεν μπορούν να αποτυπώσουν πλήρως την φόρτισή τους. Κι αυτό δημιουργεί μια παρανόηση που πλανάται συνέχεια στον αέρα, για το τι είναι ο έρωτας και τι ο θάνατος.

Η τέχνη με κάποιον τρόπο τους σώζει. Η τέχνη που δεν είναι ανάγκη να είναι υψηλή για να σε σώσει, δεν είναι ανάγκη καν να είσαι «πιανίστας». Στο μυαλό και των δυο, η τέχνη ανυψώνεται και θρυμματίζεται σε κάτι ανθρώπινο. Κι αυτό είναι ίσως η παρακαταθήκη του ίδιου του Κουτσί, που πέρασε μια ζωή να γράφει απλά, πολύ απλά, να τον κατηγορούν πάντα πως δεν γράφει στρατευμένα για το απαρτχάιντ και την πολιτική κατάσταση στη Νότιο Αφρική, ενώ πάντα για αυτό έγραφε.

Οι λιτές γραμμές της πρόζας του, όταν ήμουν μικρότερη με εκνεύριζαν. Γιατί στην αυστηρότητά τους δεν έβλεπα το παιχνίδι. Μεγαλώνοντας κατάλαβα πως τα μυθιστορήματά του είναι ένα παιχνίδι με τον εαυτό του και το ποιος είναι, και για αυτό ένα παιχνίδι και με τις δικές μας βεβαιότητες. Έτσι και σε αυτό, πιθανότατα το κύκνειο άσμα του, διαβάζουμε μια απλή ιστορία. Όσο απλή μπορεί να είναι μια ιστορία για τον επικείμενο θάνατο.


                            Κατερίνα Μαλακατέ



"Ο Πολωνός", J.M. Coetzee, μτφ. Χριστίνα Σωτηροπούλου, εκδ. Διόπτρα, σ.165, 2023   

















📌 Αγοράστε το εδώ: 


21/10/23

"Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα", Shehan Karunatilaka




Τι κάνει «Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα» ένα σπουδαίο βιβλίο; Μα πως είναι γραμμένο με μπρίο και χιούμορ, ενώ ταυτόχρονα μιλά για έναν αιματηρό εμφύλιο και για εγκλήματα πολέμου και χρησιμοποιεί έναν από τους δυσκολότερους αφηγητές από καταβολής της λογοτεχνίας.

Ο Σίχαν Καρουνατίλακα είναι ΣριΛανκέζος, συγκεκριμένα Σινχαλέζος, ζει στη Σρι Λάνκα, αλλά γράφει στα αγγλικά. Το βιβλίο πήρε το Booker του 2022 και τώρα μεταφράζεται στα Σινχαλέζικα, ίσως αργότερα να μεταφραστεί και στα Ταμίλ.

Και πού στο καλό είναι η Σρι Λάνκα;






Είναι η παλιά Κευλάνη, εκείνο το νησί, κάτω κάτω κάτω από την Ινδία. Η ιστορία του είναι γεμάτη από Ολλανδούς και Άγγλους αποικιοκράτες ενώ ξεφορτώθηκε τη Βασίλισσα Ελισάβετ μόλις το 1972. Το 1976 ιδρύθηκε η ομάδα των Ταμίλ Τίγρεων. Το 1983 ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος, που κράτησε μέχρι το 2009, ανάμεσα στους Βουδίστες Σινχαλέζους και τους Ινδουιστές Ταμίλ. Κοντά 80.000 σφαγιάστηκαν, άντρες, γυναίκες παιδιά, συχνά με φρικαλέους τρόπους. Οι Ταμίλ από το 30% του πληθυσμού που ήταν το 1980, τώρα είναι οριακά στο 11%. Και φυσικά όλες οι αφορμές είχαν να κάνουν με τη γλώσσα. Μόλις τα αγγλικά δεν ήταν πια η επίσημη γλώσσα, έγιναν μόνον τα σινχαλέζικα, κι έτσι οι Ταμίλ αποκλείστηκαν από την εκπαίδευση, από τις δημόσιες υπηρεσίες, από τα Πανεπιστήμια.

Κεντρικός ήρωας σε τούτη την αφήγηση είναι ο Μάαλι Αλμέιντα. Μας συστήνεται από πολύ νωρίς, είναι Φωτογράφος, Τζογαδόρος, Πουτάνα, και είναι και νεκρός, νεκρός νεκρότατος, βλέπει το όμορφο σώμα του κομματιασμένο στις πρώτες σελίδες, αλλά δεν θυμάται ποιος τον σκότωσε. Υπάρχουν αρκετοί υποψήφιοι, μιας κι αυτή η Πουτάνα δεν καθόταν ήσυχη, φωτογράφιζε τα θύματα του εμφυλίου, έκφυλους πολιτικούς, ήταν ενεργά τζογαδόρος κι όλο χρωστούσε, α, ήταν κι ομοφυλόφιλος σε σχέση με τον πανέμορφο γιο ενός Ταμίλ Υπούργου. Του μόνου Ταμίλ, φυσικά, όλη η υπόλοιπη Κυβέρνηση είναι Σινχαλίζ.

Βρίσκεται λοιπόν ο Αλμέιντα στο Ενδιάμεσο, δεν ξέρουμε ποιας θρησκείας, ενώ είναι άθεος. Κι αυτό το ενδιάμεσο μοιάζει πολύ με γραφείο εκδόσεων διαβατηρίων και Βίζας, έχει τις ίδιες αγκυλώσεις, την ίδια γραφειοκρατία, τους ίδιους Δαίμονες. Του δίνουν 7 φεγγάρια (τι μαγικός αριθμός το 7) για να αποφασίσει αν θα πάει στο Φως ή θα κάνει παρέα με τα δαιμόνια για πάντα στο ενδιάμεσο. Του δίνουν 7 φεγγάρια για να βρει ποιος τον σκότωσε, αλλά και να καταφέρει να σώσει τα αρνητικά από τις φωτογραφίες του, που δείχνουν τη θηριωδία του πολέμου.

Το βιβλίο πραγματεύεται το βασικό θέμα της Μνήμης, για αυτό έχουμε και μια Νίκον φωτογραφική να κρέμεται σχεδόν σε όλες τις σκηνές από πάνω από τον αναγνώστη. Γιατί ένας εμφύλιος πόλεμος είναι τραύμα συλλογικό, βαθύ, για το οποίο συνήθως οι άνθρωποι δεν μιλούν, όσο κοντίνος κι αν είναι. Προτιμούν να ξεχάσουν, να βάλουν κάτω από τα χαλί τα αποκεφαλισμένα πτώματα και τα Παλάτια των βασανιστηρίων, δεν θέλουν να θυμούνται. Δεν μπορούν να θυμούνται. Κι εμφύλιοι ξέρετε, έχουν πάντα έναν αποικιοκράτη να κοιτάει από την κουίντα.

«Οι αναμνήσεις έρχονται με πόνο. Ο πόνος έχει πολλές αποχρώσεις»

Μη ξεχνάμε βέβαια πως ο Μάαλι είναι ομοφυλόφιλος, και αυτό το θέμα, ταμπού το 1989 που εκτυλίσσεται το βιβλίο, έχει αποχρώσεις που μας ταλανίζουν ακόμα και σήμερα. «Δεν μπορώ να είμαι αδελφή» λέει ο Αλμέιντα όσο ακούει τον πατέρα του. Ο Αλμέιντα δεν μπορεί να υπάρξει, γιατί είναι ξεκάθαρα αδελφή. Κι οι σχέσεις του με τους άντρες είναι μπερδεμένες. Και η σχέση του με τις γυναίκες είναι μπερδεμένες, δεν συζητάμε καν για τη νάρκισσο μητέρα του, ακόμα και με την Τζάκι, την καλύτερή του φίλη. Και με τον εαυτό του η σχέση του είναι μπερδεμένη. Όλο ψάχνει να βρει ποιος είναι.

Λογοτεχνικά ο Καρουνατίλακα έχει κάνει μια τολμηρή επιλογή, έγραψε όλο αυτό το ογκώδες μυθιστόρημα στο δεύτερο πρόσωπο. Κάτι που η λογοτεχνική θεωρία μάς λέει πως είναι σχεδόν αδύνατο. Να που είναι δυνατό, η αφηγηματική φωνή είναι ακριβώς αυτή που πρέπει, απευθύνεται στον κεντρικό ήρωα κι όχι στον αναγνώστη, κι είναι αρκετά αποστασιοποιημένη για να μιλήσει για πτώματα, αρκετά παιχνιδιάρα για να αναγορεύεσει τον Άρθουρ Κλαρκ ως τον σπουδαιότερο Σριλακνανό οραματιστή, και να φτιάξει ξανά και ξανά πολλά επίπεδα πραγματικότητας. Να μας βάλει να αναρωτηθούμε, τι θυμόμαστε και τι όχι, ποιοι είμαστε και ποιοι όχι, και πόσο η ιστορική τυχαιότητα να γεννηθούμε εδώ κι όχι κείθε, μας ορίζει.

Απόλαυσα το βιβλίο. Με εκνεύρισαν όλοι αυτοί που λένε, «μα δεν είναι ένας 60χρονος λευκός άντρας, πώς τολμάτε να λέτε πως έγραψε ένα ωραίο βιβλίο»; Τα εφτά φεγγάρια είναι ένα περίπλοκο, και ενδιαφέρον βιβλίο και λογαριασμό δεν θα δώσει σε κανέναν που ο συγγραφέας του είναι ένας 48χρονος Σριλανκανός, καθόλου λευκός, που το πρώτο του βιβλίο μιλάει για το κρίκετ και του αρέσει να κάνει τον μπασίστα στον ελεύθερο του χρόνο. Αυτή είναι η μαγεία της λογοτεχνίας.



                        Κατερίνα Μαλακατέ

"Τα εφτά φεγγάρια του Μάαλι Αλμέιντα", Shehan Karunatilaka, μτφ. Ρένα Χατχούτ, εκδ. Gutenberg, 2023, σ. 608

13/10/23

"Ανθολογία διηγημάτων", Χριστόφορος Μηλιώνης




Η γραφή του Χριστόφορου Μηλιώνη μοιάζει να έρχεται από μακριά, να έχει τις ρίζες της στους σπουδαίους της ελληνικής διηγηματογραφίας, τον Παπαδιαμάντη, τον Βιζυηνό, αλλά ταυτόχρονα να αντλεί από το βίωμα, τον χώρο, και τον τόπο και να φτιάχνει ένα ψηφιδωτό μνήμης αλλόκοτο, που σου δημιουργεί χαρά και αμηχανία. 

Μέλος της λεγόμενης δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς και την περιβόητης «Σχολής της Ηπείρου» που ξεκινά με τον Χατζή περνά από τον Γκανά, τον Χουλιάρα, τον Γκουρογιάννη και φτάνει με σπουδαίους εκπροσώπους ως τις μέρες μας, τον Δημητρίου, την Αβέρωφ, τον Κώτσια, ο Μηλιώνης γράφει σε μια γλώσσα ρέουσα, κελαρυστή, η προφορικότητά της φαίνεται αβίαστη. Δεν είναι αβίαστη βέβαια, γιατί αυτό που μοιάζει προφορικό και «σπασμένο» στην πραγματικότητα θέλει πολλή δουλειά για να αποκτήσει μορφή και νόημα. Τα διηγήματα του Μηλιώνη τα χαίρεσαι από αυτή την άποψη, περνούν την ντοπιολαλιά τελείως φυσικά, φτάνουν στο σήμερα από το Πωγώνι στο Γιορκ, με μια υπόγεια γλύκα, κι ας μιλά για τον Πόλεμο, κι ας μιλά για τον Εμφύλιο, κι ας μιλά για όσα μας διαλύουν στη σύγχρονη ζωή.


"Πέρασαν άλλα τριάντα χρόνια από τότε. Σ' αυτό το διάστημα αναρωτιόμουν πώς διάβολο να μιλήσεις, πώς να συνεννοηθείς με τους άλλους , αφού- ναι, εντάξει, μιλάς πάνω κάτω την ίδια γλώσσα μ' εκείνους, όμως άλλα πράγματα έχει ο καθένας στον νου του, όταν μιλάει. Κι αν πεις για τον Αχέροντα, εκείνοι φαντάζονται πως θέλεις να πεις για Πλούτωνα και Περσεφόνη, και για τον νάρκισσο που μάζεψε μιαν άνοιξη στο λιβάδι του θανάτου. Κι άλλα τέτοια μυθολογήματα που τα 'χουν χορτάσει από τα παιδικά τους χρόνια- υποτίθεται. Φαντάζονται λοιπόν πως το 'χεις βάλει σκοπό της ζωής σου - της μίας και μοναδικής- να τους καθίσεις πάλι στο θρανίο και να τους γαρδουλώσειςτο κεφάλι, δάσκαλος καθώς είσαι. Κι ούτε μιλάς για τον Αχέροντα, που σήμερα τον διαβαίνουν οι τουρίστε, όταν ταξιδεύουν με το πούλμαν Κέρκυρα-Αθήνα, κάπου εκεί στον κάμπο του Φαναριού, την άλλοτε Αχερουσία και μες στην μεσημεριάτικη υπνηλία και την πλήξη, με μάτια που βοσκήσανε στους τόπους με τους γυμνιστές και τις άλλες παραλίες του νησιού, κοιτάζουν το φαράγγι, όπου ξεμπουκάρει το μυθικό ποτάμι των νεκρών.
    Το βλέπεις. Εσύ μιλάς για την πίσω μεριά, την αθέατη. Σαν να λέμε: την πίσω μεριά του θανάτου." 


Ο Μηλιώνης γεννήθηκε στο Πωγώνι, κι αυτός ο τόπος, κρύος και απόμακρος και ταυτόχρονα τόσο εντυπωσιακός, ποτισμένος με αίμα σε όλους τους πολέμους, τον ορίζει και στη γραφή. Εκεί, τα στοιχειά κι όλα τα μεταφυσικά στοιχεία μοιάζουν μέρος του τοπίου, παρεισφρέουν στα τραγούδια και τις σκέψεις. Ο θάνατος, είναι μερικές φορές το μικρότερο Κακό. Το θέμα είναι η λήθη. Για αυτό και η εμμονή του με τη φωτογραφία, γιατί με κάποιο τρόπο αποτυπώνει και δεν αποτυπώνει τη στιγμή. 

Αυτό το είδος γραφής που χαρακτηρίστηκε βαρύγδουπα ως «εξομολογητική απομνημόνευση» έχει τη δυνατότητα να σε μεταφέρει άμεσα στον τόπο και τον χρόνο∙ το βίωμα και το προσωπικό τραύμα γίνονται συλλογικά. Έχουμε στοιχεία νεωτερικότητας, σε πολλά σημεία μοιάζει αυτός ο αφηγητής, που διαμεσολαβεί στα κείμενα και μπορεί να τον μπερδέψεις με τον συγγραφέα, αλλά θα ήταν λάθος να κάνεις κάτι τέτοιο, να αφήνεται να μας λέει τις σκέψεις του σαν σε ροή συνείδησης. Σε άλλα, ο χρόνος κατακερματίζεται, κι είσαι άλλοτε στο παρόν, κι άλλοτε τριάντα χρόνια πριν. Και φυσικά έχουμε εξαιρετικά διηγήματα Ποιητικής, που μίλουν για την ίδια την τέχνη της γραφής, για τα πώς και τα γιατί του γραφιά.

Στην Ανθολογία από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, από τους Ζήρα, Κοτζιά, Χατζηβασιλείου τα διηγήματα είναι σωστά διαλεγμένα, αντιπροσωπευτικά και ταυτόχρονα απολαυστικά. Χρειάζονται τέτοια βιβλία, για να σπάνε οι ψευδαισθήσεις πως αυτή η λογοτεχνία, η ελληνική, δεν μας αφορά, πως δεν είναι μέσα στα ενδιαφέροντά μας. Όταν νιώθεις την αγνή ατόφια χαρά που δίνει ένα λογοτεχνικό κείμενο γραμμένο στη μητρική σου γλώσσα, καταλαβαίνεις τι χάνεται στη μετάφραση.


                               Κατερίνα Μαλακατέ



"Ανθολογία διηγημάτων", Χριστόφορος Μηλιώνης, εκδ. Μεταίχμιο, 2021, σ.365





11/9/23

Εργαστήρια Γραφής και Ανάγνωσης Booktalks: Οκτώβριος- Δεκέμβριος 2023

 




Τρίτος χρόνος για τα Εργαστήρια Γραφής και Ανάγνωσης του Booktalks (Αρτέμιδος 47, Π. Φάληρο). Τα εργαστήρια μας γίνονται τόσο διαδικτυακά μέσω zoom, όσο και διά ζώσης στον χώρο του βιβλιοπωλείου μας: 


ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2023

 

Ø Σκοπός και τρόπος διεξαγωγής

Σκοπός των εργαστηρίων γραφής είναι η εξοικείωση με τα βασικά στοιχεία του γραψίματος: τους ήρωες, τους αφηγητές, τον χρόνο, τον τόπο κ.οκ. Εκκινώντας από τη μικρή φόρμα και καταλήγοντας στη μεγάλη, μαθαίνουμε πώς δομείται ένα μικροδιήγημα, ένα διήγημα, μια νουβέλα και τελικά ένα μυθιστόρημα.

Ø Σε ποιους απευθύνεται

Σε αυτούς που ήδη γράφουν και θα ήθελαν να ασχοληθούν συστηματικά με τη λογοτεχνία και τη γραφή. Σε όσους είναι φανατικοί αναγνώστες και θα ήθελαν να δοκιμαστούν και στη γραφή.



 Διαδικτυακά μέσω zoom κάθε Τετάρτη 7-10 μ.μ., ξεκινώντας από την Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023 και για δέκα συναντήσεις.

 

Το συνολικό κόστος και για τις δέκα συναντήσεις θα είναι 200 ευρώ προκαταβολικά ή 220 ευρώ σε δύο δόσεις και για τις δέκα τρίωρες συναντήσεις

Για πληροφορίες αλλά και να δηλώσετε συμμετοχή, επικοινωνήστε μαζί μας στα 2109802520, info@booktalks.gr και kmalakate@gmail.com.

 

* Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.

* Οι δεύτεροι και οι τρίτοι κύκλοι συνεχίζουν κανονικά και απευθύνονται σε αυτούς που έχουν ολοκληρώσει τους αμέσως προηγούμενους κύκλους.

 

ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΛΑΚΑΤΕ

 

Η Κατερίνα Μαλακατέ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1978 και σπούδασε Φαρμακευτική στο ΕΚΠΑ σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Το 2009 ξεκίνησε το ιστολόγιο Διαβάζοντας κι έκτοτε αναρτώνται εκεί αδιαλείπτως κριτικές της για βιβλία. Από το 2011 διαχειρίζεται την ομώνυμη βιβλιοφιλική ομάδα στο Facebook. Το 2013 (συν)δημιούργησε το βιβλιοπωλείο-καφέ Booktalks. Εκείνη τη χρονιά εκδόθηκε και η νουβέλα «Κανείς δεν θέλει να πεθάνει». Το 2014 ξεκίνησε η ραδιοφωνική εκπομπή Διαβάζοντας στον amagi radio, που κράτησε πέντε περίπου χρόνια. Από την εκπομπή πέρασαν δεκάδες άνθρωποι του βιβλίου, συγγραφείς, μεταφραστές, επιμελητές, εκδότες. Είναι συντονίστρια της Λέσχης Ανάγνωσης και των Εργαστηρίων Γραφής του βιβλιοπωλείου. Το 2016 εκδόθηκε το πρώτο της μυθιστόρημα «Το Σχέδιο» από τις εκδόσεις Μελάνι, ενώ το 2020 το δεύτερο, με τίτλο «Χωρίς πρόσωπο» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο..  Έχει Μεταπτυχιακό Δημιουργικής Γραφής (ΕΑΠ/ Πανεπιστήμιο Φλώρινας).

 

  

 ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2023


Ø Σκοπός και τρόπος διεξαγωγής

Σκοπός των εργαστηρίων ανάγνωσης είναι η συστηματική αναγνωστική εμπειρία και η εμβάθυνση στα κείμενα. Με την καθοδήγηση της εισηγήτριας αλλάζει ο τρόπος διαβάσματος μα και ο τρόπος που διαλέγει κανείς το επόμενο βιβλίο.

Ø Σε ποιους απευθύνεται

Σε όσους αγαπούν τη λογοτεχνία


                    v Διαδικτυακά μέσω zoom κάθε Τρίτη 8:30-10:30 μ.μ., ξεκινώντας από την Τρίτη 3 Οκτωβρίου 2023 και για δέκα συναντήσεις.


v Δια ζώσης στο βιβλιοπωλείο κάθε Πέμπτη 5:30-7:30μ.μ. ξεκινώντας από την Πέμπτη 5 Οκτωβρίου και για δέκα συναντήσεις.


Το συνολικό κόστος και για τις δέκα συναντήσεις θα είναι 140 ευρώ προκαταβολικά ή 150 ευρώ σε δύο δόσεις και για τις δέκα δίωρες συναντήσεις

 

Για πληροφορίες αλλά και να δηλώσετε συμμετοχή, επικοινωνήστε μαζί μας στα 2109802520, info@booktalks.gr και kmalakate@gmail.com.

 

* Θα τηρηθεί σειρά προτεραιότητας.

* οι 2οι, 3οι, 4οι κύκλοι συνεχίζουν κανονικά και απευθύνονται σε αυτούς που έχουν ολοκληρώσει τους αμέσως προηγούμενους κύκλους


ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΒΙΒΗ ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ

Γεννήθηκε στην Αθήνα, σπούδασε Νομικά στο ΕΚΠΑ, Ευρωπαϊκό Πολιτισμό στο ΕΑΠ Αργυροχρυσοχοΐα στο ενδιάμεσο-, έκανε και αρκετά συναφή και μη σεμινάρια στο ΕΚΠΑ, στο ΕΚΕΒΙ, σε διάφορα ΙΕΚ ,σε ΟΤΑ και αλλού (πχ Μικρογλυπτικής, Κοσμήματος, Βιβλιοδεσίας, Ιστορίας της Τέχνης, Ιστορίας της Λογοτεχνίας, Επιμέλειας και Διόρθωσης Κειμένου, Εκπαίδευσης Ενηλίκων κ.ά).

Ήταν ιδιοκτήτρια του βιβλιοπωλείο Degas απ’ όπου προέκυψαν στιβαρές φιλίες και όμορφες δραστηριότητες: το 2007 η Λέσχη Ανάγνωσης Degas,το 2010 το http://lesxianagnosisbiblioudegas.blogspot.com, λίγο μετά η Λέσχη Ανάγνωσης των Βιβλιοταξιδευτών και στη συνέχεια η Λέσχη Ανάγνωσης Πεζογραφίας στο Πατάρι του Κέδρου, πολλές παρουσιάσεις βιβλίων, αρθρογραφία βιβλιοκριτική σε αξιόλογα έντυπα κτλ.

   

29/8/23

"Όλιβ ξανά", Elizabeth Strout

 




Ξεκίνησα να διαβάζω Ελίζαμπεθ Στράουτ σχετικά αργά, όταν βγήκε από τις εκδόσεις Άγρα “Το όνομα μου είναι Λούσυ Μπάρτον”. Εντυπωσιάστηκα όμως πραγματικά όταν διάβασα την "Όλιβ Κίττριτζ" κι από τότε την ακολουθώ πιστά για έναν απλό λόγο, είναι σίγουρο πως θα με βγάλει από το αναγνωστικό μπλοκ όσο βαθιά κι αν είμαι σε αυτό. Για αυτό πήρα το "Όλιβ ξανά" μόλις βγήκε στα Ελληνικά αν και ήμουν κάπως καχύποπτη, τι δουλειά έχει η Στράουτ να γράψει συνέχεια της Κίττριτζ δέκα χρόνια μετά και μάλιστα μετά την επιτυχία της σειράς του HBO;

Ήμουν άδικη. Ξεκάθαρα άδικη. Η «Όλιβ, ξανά» είναι καλύτερο και σπουδαιότερο βιβλίο από το προηγούμενο. Αν και κινείται στο ίδιο μοτίβο, ιστορίες σπονδυλωτές στις οποίες δεν είναι πάντα πρωταγωνίστρια η Όλιβ, σε μερικές δεν είναι καν δευτεραγωνίστρια, εδώ έχουμε μια ηρωίδα που προς το τέλος της ζωής της – την παρακολουθούμε από τα 70 και μετά–, έχει ωριμάσει κι έχει μεστώσει, χωρίς όμως να χάσει τον πυρήνα της ή να λυθούν δια μαγείας όλα της τα προβλήματα.

Η Στράουτ ξέρει την ηρωίδα της πολύ καλά και την οδηγεί με μαεστρία σε έναν δεύτερο γάμο στη δύση της ζωής της. Δεν μπορεί να διορθώσει τι έγινε στον πρώτο γάμο, το πόσο άδικα φέρθηκε στον γιο και τον άντρα της, μπορεί όμως να υπάρξει ξανά. Δεν μπορεί ξαφνικά να γίνει καλή γιαγιά και να ασχοληθεί με τα εγγόνια της, μπορεί όμως σε κάποιον βαθμό να αποκτήσει μια σχέση με τον γιο της.

Αυτό είναι το εντυπωσιακό του βιβλίου, αν στο πρώτο υπήρχε μια υποψία πως πρωταγωνιστούσε η πόλη κι όχι ο χαρακτήρας, εδώ δεν έχουμε καμία αμφιβολία ποια έχει τα ηνία της αφήγησης και την αμέριστη προσοχή μας. Η Όλιβ πια είναι ένας από τους πιο ολοκληρωμένους χαρακτήρες της λογοτεχνίας, είναι σαν να την ξέρουμε καλύτερα κι από τον εαυτό μας. Ταυτιζόμαστε με την ηρωίδα; Φυσικα, όπως σε όλη την καλή λογοτεχνία. Ταυτιζόμαστε κι ας μην είμαστε μια μεγαλόσωμη, αθυρόστομη, εγωίστρια γυναίκα που πεθαίνει από βαθιά γεράματα. Ταυτιζόμαστε γιατί η Όλιβ ποτέ δεν παύει να είναι ο εαυτός της. Γιατί η Όλιβ είναι ηθικά εντάξει.

Η Στράουτ αγαπά να μπλέκει τις ιστορίες της, να βάζει ήρωες από άλλα της βιβλία να φυτρώνουν μέσα σε νέες ιστορίες, γράφει γυναικεία περιπλέκοντας τα πράγματα και ταυτόχρονα απλοποιώντας τα. Κι αν σας τρομάζει αυτό το “γράφει γυναικεία”, να μην. Γράφει από τη βαθιά σκοτεινιά της, όπως πρέπει, χωρίς να ενδύεται τον ανδρικό τρόπο γραφής. Το διαβάζεις και ξέρεις πως αφηγήτρια, πρωταγωνίστρια και συγγραφέας είναι γυναίκες, αλλά απευθύνεται βέβαια και σε αναγνώστες και σε αναγνώστριες. Αυτό είναι το κερδισμένο στοίχημα. Και αυτό θα είναι το διακύβευμα για τη γυναικεία λογοτεχνία στα χρόνια που θα έρθουν.


                     Κατερίνα Μαλακατέ




"Όλιβ ξανά", Ελίζαμπεθ Στράουτ, μετ. Μαρίτα Ζαχαριάδου, εκδ. Άγρα, 2021, σ. 342



22/8/23

"Ο Παράδεισος", Mieko Kawakami

 



Διάβασα τον "Παράδεισο" στις διακοπές και με στοίχειωσε για τις δύο μέρες που διήρκησε η ανάγνωση• η σωστή λέξη θα ήταν με σμπαράλιασε. Η ιστορία ακολουθεί δυο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου που υφίστανται ανελέητο σωματικό και λεκτικό μπούλινγκ από τους συμμαθητές τους. Ο πρωτοπρόσωπος αφηγητής έχει “ένα τεμπέλικο” μάτι, ενώ το κορίτσι είναι πάντα βρώμικο και τσαλακωμένο. Οι ισορροπίες τους κάπως αλλάζουν όταν οι δυο τους, τα θύματα, αρχίζουν να επικοινωνούν με σημειώματα.


Το βιβλίο είναι εξαιρετικά ακριβές στο πώς χειρίζεται την διαλυμένη ψυχολογία του θύματος, αλλά και την μπλαζέ αδιαφορία του θύτη, κι έφερε στην επιφάνεια όλες τις μαθητικές μου μνήμες, την απόγνωση, την αδυναμία να βγάλεις την επόμενη μέρα, την ανασφάλεια για κάθε κίνηση που θα μπορούσε “να προκαλέσει” τον θύτη, τον φόβο πως είσαι ένα σίχαμα της κοινωνίας που τα κάνει όλα λάθος (το βασικό λάθος είναι πως υπάρχεις, δηλαδή) και τη σιγουριά πως κανένας δεν θα έδινε δεκάρα ακόμα κι αν αυτοκτονούσα. Γιατί μη γελιόμαστε, οι θύτες ξέρουν καλά ποιον επιλέγουν για θύμα, αυτόν που δεν έχει αποδοχή από κανέναν, αυτόν που συναισθηματικά δεν μπορεί να σταθεί πουθενά.


Οι δυο μαθητές που υφίστανται το μπουλινγκ δεν είναι ίδιοι ούτε έχουν τις ίδιες ιδέες για το πώς να το αντιμετωπίσουν. Τις περισσότερες φορές δεν μιλούν καν για αυτό. Αλλά η βία, το μπούλινγκ, καταλαμβάνει τις ζωές τους, είναι η ομπρέλα από πάνω τους, σε κάθε βήμα και κάθε τους κίνηση. Δεν ισχύει το ίδιο για τους θύτες, αυτοί είναι βίαιοι και δυνατοί γιατί έτσι είναι, σαν να πίνουν ένα ποτήρι νερό, είναι αδιάφορο ποιος είναι το θύμα, απλά πρέπει να υπάρξει θύμα.


Από αυτή την πλευρά το μυθιστόρημα είναι εντελώς επιτυχημένο, εγώ ένα πρώην θύμα σχολικού μπούλινγκ ταυτίστηκα τόσο που ήταν σαν να ξαναζούσα μνήμες βαθιά καταχωνιασμένες, για δυο μέρες δεν μπορούσα πάλι να ανασάνω. Όμως δεν παραμένει εκεί, τα μυθιστορήματα δεν είναι μαρτυρίες, είναι βουτιές στην ανθρώπινη ψυχολογία. Δεν θα είχε νόημα ένα λογοτεχνικό κείμενο να αφορά μονάχα εμένα, που ταυτίζομαι με την περίσταση, δεν έχει λόγο ύπαρξης να θαυμάσω πόσο καλά ξέρει το θύμα, τον θύτη, την παρέα και το κοινό τους. Το θέμα είναι να γίνει αυτό, το βίωμα, έργο τέχνης. Και σε αυτό τα κατάφερε καλα η συγγραφέας. Η επιλογή της πρωτοπρόσωπης αφήγησης είναι σοφή. Το ίδιο και ο τρόπος που διεισδύει στην ψυχολογία των ηρώων αλλά και η τρομερή στιγμή της κορύφωσης. Εγώ πονούσα, αλλά δεν μπορούσα να παρά να θαυμάσω το πώς το βιβλίο χειρίζεται το Κακό, το εγγενές κακό που ενυπάρχει στην ανθρώπινη φύση και δημιουργεί αναίτια, μαζική, ανελέητη βία. Ξεκινώντας από τον έναν.


Οι Ιάπωνες και οι Γιαπωνέζες έχουν έναν ιδιαίτερο τρόπο να γράφουν λογοτεχνία, κοφτό και λυρικό μαζί. Αν και πουθενά δεν έχουμε ενδείξεις πως μιλάμε για την Ιαπωνική κοινωνία, το ξέρεις καλά πως έχει γραφτεί στα Ιαπωνικά (αν και εδώ έχουμε πάλι μετάφραση της μετάφρασης). Αγαπώ τη γραφή τους, από τον Καβαμπάτα και τον Τανιζάκι, ως την Ογκάουα και τον πρώιμο Μουρακάμι, τους νιώθω “δικούς” μου και ξένους μαζί. Και κάτι μου λέει πως βρήκα κι άλλη μια Γιαπωνέζα συγγραφέα να ακολουθώ.


          Κατερίνα Μαλακατέ 



"Ο Παράδεισος", Mieko Kawakami, μτφ. Κίκα Κραμβουσάνου, εκδ. Gutenberg



11/8/23

"Η πορεία της Μίνα", Yōko Ogawa 小川 洋子

 

Αγοράστε το εδώ


Αγαπώ την Γιόκο Ογκάουα, η γραφή της, ακριβής και μετρημένη, ο τρόπος της να κάνει την απλότητα αισθαντική, η μίξη στις ιστορίες της μιας Ιαπωνίας χιλιάδων χρόνων αλλά ταυτόχρονα και μιας δυτικής Ιαπωνίας, με συναρπάζουν. Νιώθω πως έχουμε κάτι κοινό με τους Ιάπωνες, αν και ταυτόχρονα μοιάζουν όλα τόσο μακρινά και ανοίκεια. Για αυτό έχω διαβάσει (και θα ξαναδιαβάσω) όλα τα βιβλία της που κυκλοφορούν στα ελληνικά, με κορυφαίο για μένα το «Άρωμα πάγου». Μέχρι πριν λίγα χρόνια η αγγλοσαξονική αγορά δεν είχε ανακαλύψει την Ογκάουα, και στα καθ’ ημάς οι εκδόσεις Άγρα μετέφραζαν τη συγγραφέα από τα Ιαπωνικά. Όμως το 2020 η Ογκάουα ήταν υποψήφια για το Διεθνές Booker με τη μετάφραση της «Αστυνομίας της μνήμης» στα Αγγλικά, ενός βιβλίου που είχε πρωτοκυκλοφορήσει στα Ιαπωνικά το 1994. Έτσι άρχισε η ροή των μεταφράσεων της στα Αγγλικά και εδώ αρχίσαμε να τη μεταφράζουμε από τη μετάφραση. Στην «Αστυνομία της μνήμης», αλλά πολύ περισσότερο σε τούτο εδώ το βιβλίο, την «Πορεία της Μίνα» η διαφορά είναι εμφανής. Το κείμενο παραμένει σφιχτό αλλά χάνει τη μελαγχολική λάμψη του και στεγνώνει, σχεδόν απορείς γιατί διαβάζεις αυτή την ιστορία. Ενώ φυσικά ξέρεις γιατί, γιατί παρακολουθείς ένα κορίτσι να μεγαλώνει σε αυτή την ενδιάμεση Ιαπωνία.

Η πρωτοπρόσωπη αφηγήτρια και πρωταγωνίστρια, Τομόκο, είναι 12 χρονών και αναγκάζεται για έναν χρόνο να πάει να μείνει με την οικογένεια της αδελφής της μητέρας της. Και μαγεύεται. Ο θείος της είναι ένας κούκλος που έχει ένα τέταρτο δυτικό αίμα, η μητέρα του είναι μισή Γερμανίδα, το σπίτι είναι δυτικού τύπου κι έχει έναν ζωολογικό κήπο όπου ζει μια ιπποπόταμος- νάνος, η Ποτσίκο, τρώνε ιαπωνικά φαγητά αλλά πού και πού, στις εορταστικές περιπτώσεις τρώνε και δυτικά. Πάνω από όλα όμως η Τομόκο γίνεται κολλητή φίλη με τη Μίνα, την κατά έναν χρόνο μικρότερη ξαδέλφη της, ένα ασθματικό κοριτσάκι που νοσηλεύεται συχνά, που έχει δωμάτιο για φωτόλουτρα μες στο σπίτι, και λατρεύει τα σπίρτα και τα βιβλία. Η φιλία αυτή την καθορίζει και στην ουσία αλλάζει την κατεύθυνση της ζωής της.

Δεν είμαι σίγουρη πως αν διάβαζα πρώτα αυτό το βιβλίο θα πάθαινα την εμμονή που έχω με την Ογκάουα. Μάλλον θα μου φαινόταν μέτριο, σαν να του λείπει κάτι, κάτι βασικό που δυσκολεύομαι να το προσδιορίσω. Φυσικά και δεν γίνεται τίποτα από άποψη πλοκής, μα αυτό δεν είναι το θέμα. Σαν να χάνει λίγη από τη μαγεία της η γραφή της, και δεν ξέρω αν γι’ αυτό ευθύνεται απλά το γεγονός πως δεν είναι μεταφρασμένο από το ιαπωνικό πρωτότυπο.


            Κατερίνα Μαλακατέ


"Η πορεία της Μίνα", Γιόκο Ογκάουα, μτφ. Άννα Παπασταύρου, εκδ. Πατάκη, 2023, σ. 365


 

3/8/23

"Και οι νεκροί ας θάψουν τους νεκρούς τους", Μιχάλης Αλμπάτης

 

Αγοράστε το ΕΔΩ


Νιώθω ένα μούδιασμα. Έχω τελειώσει τους Νεκρούς εδώ και μια εβδομάδα και δεν είμαι ακριβώς σίγουρη τι νιώθω για το βιβλίο. Από τη μια έχουμε μια εξαιρετική αρχική ιδέα, και μια ιστορία με αρχή μέση τέλος, που βγάζει νόημα και κρατά το ενδιαφέρον του αναγνώστη (όχι πάντα, στην μέση κάνει μια μεγάλη κοιλιά). Από την άλλη έχουμε ένα γράψιμο γραμμικό, που παρουσιάζει μικρό ενδιαφέρον, ενώ η φωνή του αφηγητή είναι πραγματικά παλιακή, διανθισμένη με λυρικές περικοκλάδες. Σε κάποιες στιγμές θυμίζει στο σύνολο Καραγάτση, με όλα τα καλά και τα κακά του όμως, τον σεξισμό και τις «ευκολίες» στις περιγραφές των χαρακτήρων αλλά και το αφηγηματικό χάρισμα.

Κεντρικός ήρωας είναι ο Φανούρης, ένα 16χρόνο αγόρι που ανακαλύπτει στην κηδεία του μπάρμπα του πως μπορεί να ακούει τους νεκρούς να μιλάνε. Στην αρχή σκιάζεται, αλλά μετά το συνηθίζει. Σύντομα το ανακαλύπτουν κι οι άλλοι, σε μια σκηνή που θυμίζει πολύ έντονα ελληνική ταινία. Ο πονηρός ερημοσπίτης θείος του Φανούρη αποφασίζει να εκμεταλλεύτει οικονομικά την ικανότητά του ανιψιού του για να παίξει τα λεφτά στα χαρτιά, και να τα ξοδέψει στο ποτό και τις γυναίκες. Έτσι, αρχίζουν οι δυο τους να γυρνούν από χωριό σε χωριό και να διαφημίζουν της υπηρεσίες τους, ώσπου τελικά καταλήγουν στη μεγάλη πόλη.

Ο μικρός σε αυτή την πορεία ενηλικιώνεται, κάπως άγαρμπα είναι η αλήθεια. Αρχίζει να έχει σεξουαλικές σχέσεις, τόσο με πρόθυμες χωριατοπούλες όσο και με πουτάνες, αλλά και να συνειδητοποιεί τη βιαιότητα του βίου από αυτά που του λένε οι φρεσκοχωμένοι νεκροί μέσα στο κιβούρι. Οι νεκροί δεν έχουν τίποτα πια να χάσουν και δεν λένε ψέματα, οι ζωντανοί πάλι καμία διάθεση δεν έχουν για αλήθειες ούτε για να λύσουν όλες τις μπερδεψούρες τους.

Το μυθιστόρημα στο πρώτο κομμάτι είναι πολύ καλό, στο δεύτερο όμως διολισθαίνει, τόσο γλωσσικά, όσο και στην ψυχογράφηση των χαρακτήρων, προς μια ξεπερασμένη πια λογοτεχνία. Ομολογώ πως ένιωσα ετεροντροπή (κοινώς κριντζάρισα) στον μονόλογο της γηραιάς πεθαμένης τσατσάς∙ τόσα κλισέ μαζεμένα για τις γυναίκες, και δη τις πουτάνες, τον βιασμό, τη γυναικεία κακοποίηση, και τη γυναικεία σεξουαλικότητα, είχα χρόνια να διαβάσω.

Το βιβλίο έχει τόλμη γιατί δεν διστάζει να περιγράψει σεξουαλικές στιγμές μα και να πει πολλά πράγματα με το όνομά τους. Από την άλλη τα σεξουαλικά ως έναν βαθμό καταλαμβάνουν την αφήγηση κι αν συνυπολογίσει κάνεις και τις λυρικές περικοκλάδες, το σύνολο καταλήγει κάπως αφελές. Κατανοώ γιατί το μυθιστόρημα έχει τέτοια επιτυχία, και μάλιστα από στόμα σε στόμα. Μας θυμίζει παλιές καλές εποχές της ελληνικής πεζογραφίας, είναι απροσποίητο, έχει πλοκή, δεν υποκρίνεται κάτι που δεν είναι. Από την άλλη, έχω την αίσθηση πως μια τόσο ωραία κεντρική ιδέα είναι κρίμα να μην έχει άψογη εκτέλεση.

              Κατερίνα Μαλακατέ


Μιχάλης Αλμπάτης
" Και οι νεκροί ας θάψουν τους νεκρούς τους", Μιχάλης Αλμπάτης, εκδ. νήσος, 2022, 468

 

17/7/23

"Η κόρη μου", Kim Hye Jin (김혜진)




Πιθανολογώ πως εγώ θα ονόμαζα νουβέλα κι όχι μυθιστόρημα το μικρό βιβλίο της Κορεάτισσας Kim Hye-Jin, «Η κόρη μου». Όμως το θέμα μας δεν είναι οι ορισμοί αλλά η ουσία. Κι η ουσία είναι πως πρόκειται για ένα λογοτεχνικό κείμενο σφιχτοδεμένο που δεν του περισσεύει, ούτε και του λείπει, ούτε μια λέξη βαθιά συγκινητικό και ουσιαστικό μέσα στην απλότητα, αλλά και την πολυπλοκότητά του.

Πρωταγωνίστρια αλλά και πρωτοπρόσωπη αφηγήτρα μια χήρα που αναγκάζεται να δουλεύει ως φροντίστρια σε ένα οίκο ευγηρίας. Τα οικονομικά τα δικά της αλλά και της κόρης της (που είναι προσωρινή καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο) αναγκάζουν τη χήρα να συγκατοικήσει με την κόρη και την κοπέλα της κόρης της. Τα δύο κορίτσια είναι άνω των τριάντα και ζευγάρι κοντά επτά χρόνια, όμως η πρωταγωνίστρια δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να αποδεχτεί τη σχέση, αποκαλεί τη σύντροφο της κόρης της «εκείνο το κορίτσι» και φοβάται πολύ τι θα πουν οι γείτονες. Ούτε καταλαβαίνει γιατί αυτές οι δυο πρέπει να είναι ακτιβίστριες και δεν κοιτάνε τη δουλειά τους.

Μόνο που ούτε κι αυτή κοιτάει τη δουλειά της. Γιατί δεν ανέχεται, να κόβουν τις πάνες στα δυο και να τις ξαναχρησιμοποιούν λερωμένες στους ηλικιωμένους ή να τους δένουν στα κρεβάτια. Γιατί κι εκείνη νοιάζεται, αν και δεν την «παίρνει» οικονομικά, για αυτούς που αγαπά.

Η επιλογή της αφήγησης της ιστορίας μέσα από τα μάτια της χήρας μητέρας, που είναι καλός άνθρωπος, αλλά αγκιστρωμένη στις κοινωνικές προκαταλήψεις που της έμαθαν από μικρή, είναι σοφή. Δίνει ιδιαίτερο βάθος και βάρος στο κείμενο, ενεργοποιεί την ενσυναίσθηση για έναν χαρακτήρα που θα μας ήταν μάλλον αντιπαθής αλλιώς. Και τελικά κινητοποιεί τον αναγνώστη, τον αναγκάζει να πάρει θέση.

Πρόκειται για ένα ανάγνωσμα που μπορεί να τελειώσει μέσα σε μια μέρα, αλλά αφήνει βαθύ αποτύπωμα στη μνήμη. Πώς θα ήταν άραγε αυτή η ιστορία αν τη μεταφέραμε στην Ελλάδα. Υποψιάζομαι πως η φωνή της μάνας θα είχε ακόμα μεγαλύτερη σκληρότητα μες στην αγάπη της. Κι αυτή η μπερδεμένη μίξη, αγαπώ, αλλά θέλω το παιδί μου να γίνει ό,τι ονειρεύτηκα εγώ κι όχι εκείνο, έχει βασανίσει πολλούς από μας, κι ας μην είμαστε ομοφυλόφιλοι.



        Κατερίνα Μαλακατέ


"Η κόρη μου, Kim Hye-Jin, μτφ. Αμαλία Τζιώτη, εκδ. Ίκαρος, σ. 176, 2023

4/7/23

Βιβλία για το καλοκαίρι






Φτιάχνω λίστα με τα βιβλία που θέλω να διαβάσω το καλοκαίρι, την έχω αλλάξει οκτώ φορές, δεν μπορώ να αποφασίσω. Δεν ξέρω ποιος αναθεματισμένος μου έβαλε αυτή την ιδέα, εγώ δεν τα κάνω ποτέ αυτά στον εαυτό μου. Ή μήπως τα κάνω; Είναι πάντα κάπως μαγικός ο τρόπος που τα βιβλία σε πάνε σε άλλα βιβλία, αυτό το περιβόητο επόμενο βιβλίο. Και τώρα τι; Μετά από αυτό τι;

Έχω υπάρξει αδηφάγα αναγνώστρια, από αυτούς που τελειώνανε το ένα το μεσημέρι και ξεκινούσαν το άλλο το απόγευμα. Έχω υπάρξει και απεγνωσμένη αναγνώστρια, στα νιάτα μου γιατί δεν ήξερα τι θα με οδηγήσει στο επόμενο βιβλίο και κοιτούσα τους τίτλους στους πάγκους σαν να δάγκωναν, αργότερα γιατί δεν ήξερα τι να πρωτοδιαβάσω και κατανάλωνα μόνο παγκόσμια αριστουργήματα. Τώρα είμαι μάλλον σε αναγνωστική ωριμότητα, μου βάζω μέτρο, σταματάω ανάμεσα στα βιβλία, το σκέφτομαι ποιο θα είναι το επόμενο, παρατάω βιβλία αν δεν μ τράβηξαν ως τη σελίδα τριάντα∙ χωρίς έλεος.

Να και η tbr (to be read). Βοηθάτε αδέλφια! 

[Άμα θέλετε να δείτε οπισθόφυλλα, τιμές κτλ, πατήστε στους ενεργούς συνδέσμους]



1. Τα πετροχελίδονα, του Φερνάντο Αραμπούρου, μτφ. Τιτίνα Σπερελάκη, εκδ. Πατάκη
 

Γιατί η Πατρίδα είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα βιβλία που έχω διαβάσει


2. Τα εφτά φεγγάρια του Μααλί Αλμέιντα, Σέχαν Καρουνατίλακα, μτφ. Ρένα Χατχούτ, εκδ. Gutenberg
 

Γιατί θέλω να διαβάσω έναν συγγραφέα από τη Σρι Λάνκα


3. Μύχιες Καταστροφές, Κριστίνα Πέρι Ρόσι, μτφ. Άννα Βερροιοπούλου, εκδ. Καστανιώτη
 

Α, αυτό το ξεκίνησα, είναι διηγήματα για τις γυναίκες και τη σεξουαλικότητα, και πολύ μου αρέσει


4. Παράδεισος, Αμπντουλραζάκ Γκούρνα, μτφ. Κατερίνα Σχινά, Ψυχογιος
 

Ντροπή να μην έχω διαβάσει τίποτε από τον νομπελίστα


5. Τα φιλιά, Μανουέλ Βίλας, μτφ. Νάννα Παπανικολάου, εκδ. Ίκαρος

Γιατί θέλω να συνεχίσουν να υπάρχουν «μεγάλα, ερωτικά μυθιστορήματα» στην «κανονική» λογοτεχνία, και να μην παραδώσουμε το είδος στην ευτέλεια του ροζ
 

6. Φλεγόμενο αγόρι, Πολ Όστερ, μτφ. Ιωάννα Ηλιάδη, εκδ. Μεταίχμιο

Γιατί είναι Όστερ, μην ακούω βλακείες
 

7. Forever, Μαρία Κουγιουμτζη, Καστανιώτης

Μου φαίνεται απίστευτο που δεν την έχω διαβάσει. Και φαίνεται απίστευτο και σε έναν καλό μου φίλο, και εγώ τον εμπιστεύομαι σε θέματα λογοτεχνίας σχεδόν με τα μάτια τυφλά.


8. Η πιο μυστική μνήμη των ανθρώπων, Μοχάμεντ Μπουγκάρ Σαρ, μτφ. Μήνα Πατεράκη Γαρέφη

Γεννήθηκε το 1990 στη Σενεγάλη, μεγάλωσε στη Γαλλία, έχει σαρώσει όλα τα βραβεία, θέλω.


9. Και οι νεκροί ας θάψουν τους νεκρούς τους, Μιχάλης Αλμπάτης, εκδ. Νήσος

Το έχω ξεφυλλίσει, έχω διαβάσει διάσπαρτα κομμάτια, ήρθε η ώρα να διαβάσω το χιτ του καλοκαιριού σωστά και οργανωμένα

10. Τριαντάφυλλα επί πιστώσει, Έλσα Τριολέ, μτφ. Κατερίνα Γούλα, Gutenberg

Η Έλσα Τριολέ ήταν η γυναίκα του Λουί Αραγκόν, αδελφή της Λίλια Μπρικ του Μαγιακόφσκι, μια από τις σημαντικότερες γυναικείες φιγούρες της ιστορίας της λογοτεχνίας. Οκ, είμαι θετικά προκατειλημμένη.

και

Έφηβος, Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, μτφ. Ελένη Μπακοπούλου, εκδ. Άγρα

Το έψαχνα χρόνια το εξαντλημένο, πρόκειται για το προτελευταίο μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι, πριν τους Καραμαζώφ. Α, και είναι Ντόστο που δεν έχω διαβάσει, τι να πει κανείς περισσότερο.



Και θέλω να ξαναδιαβάσω πανάθεμά με:



11. Το 2666 του Ρομπέρτο Μπολάνιο, ξανά

Εδώ έγραφα κάτι ακατάληπτα το 2012:   http://diavazontas.blogspot.com/search/label/2666

12. Το τενεκεδένιο ταμπούρλο, Γκύντερ Γκρας, ξανά

Το 2015, κάπως καλύτερα:   https://diavazontas.blogspot.com/2015/06/gunter-grass.html

13. Ιστορίες από την Κολυμά, Βαρλάμ Σαλάμωφ, ξανά

Είμαι μαζόχα, το ξέρουμε όλοι  

14. Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο, Μαρσέλ Προυστ, ξανά

Έχω να το κάνω από το 2012, και μου ήρθε η έμπνευση να βάλω και όλη τη Λέσχη Ανάγνωσης του Booktalks να το κάνει. Τεράστια επιτυχία! https://diavazontas.blogspot.com/2012/12/marcel-proust.html

 
Υ.Γ. 42 Ξέρω πως θα μετανιώσω τούτη την ανάρτηση, από κάτω θα γράψετε άλλα 142 που θα θέλω να διαβάσω και το καλοκαίρι μου θα γίνει πιο κουλουβάχατα από ποτέ 





1/7/23

"Η γιορτή του τράγου", Mario Vargas Llosa

 




«Η γιορτή του τράγου» εκδόθηκε το 2000, περίπου σαράντα χρόνια μετά τα πρώτα μοντερνιστικά μυθιστορήματα του Μάριο Βάργκας Λιόσα («Η πόλη και τα σκυλιά» βγήκε το 1963, το «Πράσινο σπίτι» το 1965 κ.ο.κ.). Είναι το δεύτερο βιβλίο του μετά τον «Πόλεμο της Συντέλειας του κόσμου» που δεν μιλά για το Περού παρά για μια άλλη χώρα, ενώ γράφτηκε μετά την αποτυχημένη κάθοδό του Λιόσα στην πολιτική σκηνή κι αφού είχε μόνιμα μετεγκατασταθεί στην Ισπανία. 

Είναι επόμενο λοιπόν να διαφέρει, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ωριμότητας, που ανήκει πια στον μεταμοντερνισμό, μοιάζει να συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία εκείνα που κάνουν τον συγγραφέα να ξεχωρίζει, και που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους σημαντικότερους, αν όχι τον σημαντικότερο, εκπρόσωπο του Λατινοαμερικάνικου μπουμ (και μιας κι εδώ περιλαμβάνονται ο Φουέντες, ο Κορτάσαρ, ο Μάρκες, αυτό μάλλον είναι σπουδαίο κομπλιμέντο).


Αφηγηματικά, το κείμενο χωρίζεται σε τρία επίπεδα. Στο πρώτο βρισκόμαστε στο 1996 και η σχεδόν πενηντάχρονη Ουρανία Καβράλ ξαναγυρνά στον Άγιο Δομίνικο (πάλαι ποτέ πόλη Τρουχίλιο) και βασανίζει με διηγήσεις τον ανοϊκό πατέρα της που έχει να τον δει από τα δεκατέσσερά της, από τότε δηλαδή που έφυγε κι έριξε μαύρη πέτρα πίσω της, χωρίς να κρατήσει καμία επικοινωνία με την οικογένειά της. Ο Αγουστίν Καβράλ, ένας από τους έμπιστούς του Τρουχίλιο, εκείνη την εποχή είχε πέσει σε δυσμένεια...


Στο δεύτερο επίπεδο η εστίαση αλλάζει, μεταφερόμαστε στο 1961, λίγες μέρες πριν το τέλος του Τρουχίλιο, και βλέπουμε τα πράγματα από τα μάτια του Ευεργέτη αυτοπροσώπως. Ο Λιόσα διεισδύει στο κεφάλι του αιμοσταγούς δικτάτορα και τον αφήνει να μας πει ο ίδιος για τη μεγαλομανία του, για τα προβλήματα στύσης και ούρησης, για το πόσο βασάνιζε ακόμα και τους πιο στενούς του συνεργάτες, για την πανάθλια οικογένειά του και τα σαδιστικά παιδιά του, για τους εκατομμύρια θανάτους και βασανισμούς.


Στο τρίτο επίπεδο βλέπουμε τους δολοφόνους του την ώρα της ενέδρας, και μαθαίνουμε για έναν έναν όλη τη θλιβερή ιστορία που τους έφερε ως εκεί. Για κάποιους η ιστορία αυτή είναι η πραγματική, για άλλους ο Λιόσα τη φαντάστηκε.


Το μυθιστόρημα είναι ιστορικό, αναμιγνύονται στην πλοκή φανταστικά πρόσωπα (η οικογένεια Καβράλ) και εντελώς πραγματικά (ο Τρουχίλιο, η οικογένειά του, οι υπουργοί του, οι δολοφόνοι του). Ο Λιόσα παίρνει ένα σωρό ελευθερίες και φτιάχνει τελικά ένα οικοδόμημα που μας βοηθά να καταλάβουμε την παράνοια και τον σαδισμό του ολοκληρωτικού καθεστώτος πολύ περισσότερο από την όποια μαρτυρία. Ο ωμός ρεαλισμός με τον οποίο περιγράφει τα βασανιστήρια στα μπουντρούμια της ΣΥΠ, και η βαναυσότητα της σκέψης του Τρουχίλιο, μακριά από αλληγορίες, και ευφημισμούς, βάζει τις βάσεις για πολλά από τα νεότερα μυθιστορήματα της Λατινικής Αμερικής που λένε πια τα πράγματα με το όνομά τους.


Το κεντρικό θέμα του "Τράγου" είναι η Εξουσία. Η Εξουσία, η Διαφθορά, η Βία, ο Παραλογισμός της δικτατορίας. Η Εξουσία κι ο Σεξισμός. Ο Τρουχίλιο, πιο πολύ για την επίδειξη του ανδρισμού του (το περίφημο ματσίσμο) και λιγότερο από σεξουαλική διαστροφή, "παίρνει" όποια γυναίκα βρει, συχνά τα παιδιά και τις γυναίκες των ίδιων του των Υπουργών, απλά και μόνον για να το κάνει. Στα εβδομήντα του, κι έχοντας καταπατήσει όλα τα δικαιώματα τόσων ανθρώπων για τριάντα χρόνια, το βασικό του πρόβλημα είναι αν θα «του σηκωθεί» το βράδυ, αν θα μπορέσει να πηδήξει μια μικρούλα.

Ο συγγραφέας τον «τιμωρεί» βέβαια, του βάζει μια συμπρωταγωνίστρια στο μυθιστόρημα μια γυναίκα. Όχι μια οποιαδήποτε γυναίκα. Μια γυναίκα, που αν και φανταστικός χαρακτήρας, κινεί εκείνη τελικά τα νήματα της πλοκής, δίνει εκείνη, κι όχι ο δικτάτορας τον τόνο. Είναι το αντίβαρο, σε μια χώρα κατεστραμμένη. Είναι η ίδια κατεστραμμένη. Σαν να η μετενσάρκωση της ίδιας της Δομινικανής Δημοκρατίας. Η γυναίκα αυτή είναι η χώρα. 


Η μνήμη, πάντα κεντρικό θέμα στα σύμπαντα του Μάριο Βάργκας Λιόσα, παίζει κι εδώ κομβικό ρόλο. Ο αχρηστεμένος από το εγκεφαλικό Αγουστίν Καβράλ, πατέρας της Ουρανίας, αναγκάζεται να ακούσει τι θυμάται η κόρη του από κείνον, χωρίς να μπορεί να απαντήσει. Οι πολίτες της Δομινικανής Δημοκρατίας λένε «ναι, μας έσφαζε και μας βασάνιζε και έπαιρνε όλα τα λεφτά, αλλά με τον Τρουχίλιο είχαμε δουλειές». Οι δολοφόνοι του θυμούνται τι έκανε και τι δεν έκανε στους ίδιους, πόσο η προσωπική τους ζωή επηρεάστηκε από τη δικτατορία. Κι η προπαγάνδα του Τρουχίλιο, έκανε το μαύρο άσπρο, για ανθρώπους αμνήμονες, που δεν θυμούνταν. Και το πλήρωναν μετά με τη ζωή τους.


Η φρικαλεότητα των βασανιστηρίων στα υπόγεια της ΣΥΠ, η βαναυσότητα του Τρουχίλιο αλλά και του γιού του, του ακαμάτη πλέιμποι και ακραία σαδιστή, Ράμφις, η παράνοια της δικτατορίας, μιας δικτατορίας που έμοιαζε με φάρσα, αλλά δεν ήταν, για τριάντα χρόνια, η προσωπολατρία που επέβαλλε το καθεστώς με την εικόνα του (πάντοτε σωστού) Ευεργέτη να καλύπτει τα πάντα. Κι ύστερα η μετάβαση στο νέο καθεστώς, ο σουρεαλισμός της μετάβασης, η μετατροπή του Μπαλαγέρ από «Πρόεδρο μαριονέτα», σε «Πρόεδρο που κινεί τα νήματα», η πολυπλοκότητα των πολιτικών και στρατιωτικών τερτιπιών, η ανάμιξη των Αμερικάνων (όπως πάντα), η βία, ο πόλεμος, η σιχαμάρα της διπλωματίας, όλα αποδομούνται στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου. Εκεί, που έχουμε διαβάσει πια για τόσους ακραίους βασανισμούς και θανάτους κι η ιστορία της δεκατετράχρονης Ουρανίτας στα χέρια του δικτάτορα δεν θα έπρεπε να μετρά καθόλου. Κι όμως, αυτή είναι η συναισθητική κορύφωση του μυθιστορήματος. Κι όμως, ο Λιόσα είναι τόσο μεγάλο συγγραφικό μέγεθος, που το καταφέρνει κι αυτό, να νοιαζόμαστε για τι συνέβη στην Ουρανία προσωπικά, να νοιαζόμαστε για μια ξένη χώρα.


Ομολογουμένως, αν και του έχω αδυναμία, δεν θα ισχυριζόμουν, όπως κάποιοι άλλοι, πως "Η γιορτή του Τράγου" εκτόπισε τα «Εκατό χρόνια μοναξιά» ως το κεντρικό μυθιστόρημα της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Για μένα όμως ο Τράγος μοιάζει όντως με γιορτή∙ μια γιορτή της λογοτεχνίας πάνω στο κουφάρι του παραλογισμού και της δικτατορίας.



                                        Κατερίνα Μαλακατέ





"Η γιορτή του τράγου", Mario Vargas Llosa, μτφ. Αγγελική Αλεξοπούλου, εκδ. Καστανιώτη, 2000, σ.502











Υ.Γ. 42 Ο Τίτλος είναι από εδώ: