«Η γιορτή του τράγου» εκδόθηκε το 2000, περίπου σαράντα χρόνια μετά τα πρώτα μοντερνιστικά μυθιστορήματα του Μάριο Βάργκας Λιόσα («Η πόλη και τα σκυλιά» βγήκε το 1963, το «Πράσινο σπίτι» το 1965 κ.ο.κ.). Είναι το δεύτερο βιβλίο του μετά τον «
Πόλεμο της Συντέλειας του κόσμου» που δεν μιλά για το Περού παρά για μια άλλη χώρα, ενώ γράφτηκε μετά την αποτυχημένη κάθοδό του Λιόσα στην πολιτική σκηνή κι αφού είχε μόνιμα μετεγκατασταθεί στην Ισπανία.
Είναι επόμενο λοιπόν να διαφέρει, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ωριμότητας, που ανήκει πια στον μεταμοντερνισμό, μοιάζει να συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία εκείνα που κάνουν τον συγγραφέα να ξεχωρίζει, και που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους σημαντικότερους, αν όχι τον σημαντικότερο, εκπρόσωπο του Λατινοαμερικάνικου μπουμ (και μιας κι εδώ περιλαμβάνονται ο Φουέντες, ο Κορτάσαρ, ο Μάρκες, αυτό μάλλον είναι σπουδαίο κομπλιμέντο).
Αφηγηματικά, το κείμενο χωρίζεται σε τρία επίπεδα. Στο πρώτο βρισκόμαστε στο 1996 και η σχεδόν πενηντάχρονη Ουρανία Καβράλ ξαναγυρνά στον Άγιο Δομίνικο (πάλαι ποτέ πόλη Τρουχίλιο) και βασανίζει με διηγήσεις τον ανοϊκό πατέρα της που έχει να τον δει από τα δεκατέσσερά της, από τότε δηλαδή που έφυγε κι έριξε μαύρη πέτρα πίσω της, χωρίς να κρατήσει καμία επικοινωνία με την οικογένειά της. Ο Αγουστίν Καβράλ, ένας από τους έμπιστούς του Τρουχίλιο, εκείνη την εποχή είχε πέσει σε δυσμένεια...
Στο δεύτερο επίπεδο η εστίαση αλλάζει, μεταφερόμαστε στο 1961, λίγες μέρες πριν το τέλος του Τρουχίλιο, και βλέπουμε τα πράγματα από τα μάτια του Ευεργέτη αυτοπροσώπως. Ο Λιόσα διεισδύει στο κεφάλι του αιμοσταγούς δικτάτορα και τον αφήνει να μας πει ο ίδιος για τη μεγαλομανία του, για τα προβλήματα στύσης και ούρησης, για το πόσο βασάνιζε ακόμα και τους πιο στενούς του συνεργάτες, για την πανάθλια οικογένειά του και τα σαδιστικά παιδιά του, για τους εκατομμύρια θανάτους και βασανισμούς.
Στο τρίτο επίπεδο βλέπουμε τους δολοφόνους του την ώρα της ενέδρας, και μαθαίνουμε για έναν έναν όλη τη θλιβερή ιστορία που τους έφερε ως εκεί. Για κάποιους η ιστορία αυτή είναι η πραγματική, για άλλους ο Λιόσα τη φαντάστηκε.
Το μυθιστόρημα είναι ιστορικό, αναμιγνύονται στην πλοκή φανταστικά πρόσωπα (η οικογένεια Καβράλ) και εντελώς πραγματικά (ο Τρουχίλιο, η οικογένειά του, οι υπουργοί του, οι δολοφόνοι του). Ο Λιόσα παίρνει ένα σωρό ελευθερίες και φτιάχνει τελικά ένα οικοδόμημα που μας βοηθά να καταλάβουμε την παράνοια και τον σαδισμό του ολοκληρωτικού καθεστώτος πολύ περισσότερο από την όποια μαρτυρία. Ο ωμός ρεαλισμός με τον οποίο περιγράφει τα βασανιστήρια στα μπουντρούμια της ΣΥΠ, και η βαναυσότητα της σκέψης του Τρουχίλιο, μακριά από αλληγορίες, και ευφημισμούς, βάζει τις βάσεις για πολλά από τα νεότερα μυθιστορήματα της Λατινικής Αμερικής που λένε πια τα πράγματα με το όνομά τους.
Το κεντρικό θέμα του "Τράγου" είναι η Εξουσία. Η Εξουσία, η Διαφθορά, η Βία, ο Παραλογισμός της δικτατορίας. Η Εξουσία κι ο Σεξισμός. Ο Τρουχίλιο, πιο πολύ για την επίδειξη του ανδρισμού του (το περίφημο ματσίσμο) και λιγότερο από σεξουαλική διαστροφή, "παίρνει" όποια γυναίκα βρει, συχνά τα παιδιά και τις γυναίκες των ίδιων του των Υπουργών, απλά και μόνον για να το κάνει. Στα εβδομήντα του, κι έχοντας καταπατήσει όλα τα δικαιώματα τόσων ανθρώπων για τριάντα χρόνια, το βασικό του πρόβλημα είναι αν θα «του σηκωθεί» το βράδυ, αν θα μπορέσει να πηδήξει μια μικρούλα.
Ο συγγραφέας τον «τιμωρεί» βέβαια, του βάζει μια συμπρωταγωνίστρια στο μυθιστόρημα μια γυναίκα. Όχι μια οποιαδήποτε γυναίκα. Μια γυναίκα, που αν και φανταστικός χαρακτήρας, κινεί εκείνη τελικά τα νήματα της πλοκής, δίνει εκείνη, κι όχι ο δικτάτορας τον τόνο. Είναι το αντίβαρο, σε μια χώρα κατεστραμμένη. Είναι η ίδια κατεστραμμένη. Σαν να η μετενσάρκωση της ίδιας της Δομινικανής Δημοκρατίας. Η γυναίκα αυτή είναι η χώρα.
Η μνήμη, πάντα κεντρικό θέμα στα σύμπαντα του Μάριο Βάργκας Λιόσα, παίζει κι εδώ κομβικό ρόλο. Ο αχρηστεμένος από το εγκεφαλικό Αγουστίν Καβράλ, πατέρας της Ουρανίας, αναγκάζεται να ακούσει τι θυμάται η κόρη του από κείνον, χωρίς να μπορεί να απαντήσει. Οι πολίτες της Δομινικανής Δημοκρατίας λένε «ναι, μας έσφαζε και μας βασάνιζε και έπαιρνε όλα τα λεφτά, αλλά με τον Τρουχίλιο είχαμε δουλειές». Οι δολοφόνοι του θυμούνται τι έκανε και τι δεν έκανε στους ίδιους, πόσο η προσωπική τους ζωή επηρεάστηκε από τη δικτατορία. Κι η προπαγάνδα του Τρουχίλιο, έκανε το μαύρο άσπρο, για ανθρώπους αμνήμονες, που δεν θυμούνταν. Και το πλήρωναν μετά με τη ζωή τους.
Η φρικαλεότητα των βασανιστηρίων στα υπόγεια της ΣΥΠ, η βαναυσότητα του Τρουχίλιο αλλά και του γιού του, του ακαμάτη πλέιμποι και ακραία σαδιστή, Ράμφις, η παράνοια της δικτατορίας, μιας δικτατορίας που έμοιαζε με φάρσα, αλλά δεν ήταν, για τριάντα χρόνια, η προσωπολατρία που επέβαλλε το καθεστώς με την εικόνα του (πάντοτε σωστού) Ευεργέτη να καλύπτει τα πάντα. Κι ύστερα η μετάβαση στο νέο καθεστώς, ο σουρεαλισμός της μετάβασης, η μετατροπή του Μπαλαγέρ από «Πρόεδρο μαριονέτα», σε «Πρόεδρο που κινεί τα νήματα», η πολυπλοκότητα των πολιτικών και στρατιωτικών τερτιπιών, η ανάμιξη των Αμερικάνων (όπως πάντα), η βία, ο πόλεμος, η σιχαμάρα της διπλωματίας, όλα αποδομούνται στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου. Εκεί, που έχουμε διαβάσει πια για τόσους ακραίους βασανισμούς και θανάτους κι η ιστορία της δεκατετράχρονης Ουρανίτας στα χέρια του δικτάτορα δεν θα έπρεπε να μετρά καθόλου. Κι όμως, αυτή είναι η συναισθητική κορύφωση του μυθιστορήματος. Κι όμως, ο Λιόσα είναι τόσο μεγάλο συγγραφικό μέγεθος, που το καταφέρνει κι αυτό, να νοιαζόμαστε για τι συνέβη στην Ουρανία προσωπικά, να νοιαζόμαστε για μια ξένη χώρα.
Ομολογουμένως, αν και του έχω αδυναμία, δεν θα ισχυριζόμουν, όπως κάποιοι άλλοι, πως "Η γιορτή του Τράγου" εκτόπισε τα «Εκατό χρόνια μοναξιά» ως το κεντρικό μυθιστόρημα της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας. Για μένα όμως ο Τράγος μοιάζει όντως με γιορτή∙ μια γιορτή της λογοτεχνίας πάνω στο κουφάρι του παραλογισμού και της δικτατορίας.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Η γιορτή του τράγου", Mario Vargas Llosa, μτφ. Αγγελική Αλεξοπούλου, εκδ. Καστανιώτη, 2000, σ.502
Υ.Γ. 42 Ο Τίτλος είναι από εδώ: