Θεωρώ πως δύο είναι τα βασικά αναγνωστικά κέρδη μου από τη
χρονιά που διανύουμε ως τώρα, ο Χαβιέρ Μαρίας (για τον οποίο πρέπει να ευχαριστήσω
τον Νο14me) και ο Τσέχος
Ιβάν Κλίμα. Κι αν το «Ερωτικό καλοκαίρι» κατάφερε να μου ανάψει πόθους
προσεκτικά και για χρόνια κλεισμένους, η «Δοκιμασία» είχε πολύ περισσότερα να
προσφέρει.
Ήρωας του μυθιστορήματος ο Άνταμ Κιντλ, ένας δικαστής στην
Τσεχοσλοβακία υπό το κομμουνιστικό καθεστώς έτσι όπως διαμορφώθηκε μετά την Άνοιξη
της Πράγας. Του αναθέτουν μια υπόθεση διπλής δολοφονίας, κάνοντας σαφές πως
περιμένουν από κείνον να στείλει τον ένοχο στην κρεμάλα. Με αφορμή αυτό το
γεγονός ξετυλίγεται ένα κουβάρι προσωπικής ιστορίας, που περιλαμβάνει πολλή πολιτική αλλά και θέματα σχέσεων και έρωτα.
Ο Άνταμ βρέθηκε λόγω της Εβραϊκής καταγωγής του στην παιδική
του ηλικία σε στρατόπεδο συγκέντρωσης των Γερμανών. Πέρασε τέσσερα χρόνια μια
δυσβάσταχτης αβεβαιότητας και πείνας κατά τα οποία όλοι οι φίλοι του πέθαναν, όλες
οι σταθερές του χάθηκαν, αλλά τελικά εκείνος και η οικογένειά του επέζησαν. Αυτό
του έχει αφήσει τραύματα ως προς τις σχέσεις του με τους άλλους, τη γυναίκα και
τα παιδιά του, αλλά και παλαιότερα τις φίλες του, ανικανότητα για διασκέδαση ή ουσιαστική τρυφερότητα ακόμα και με τους φίλους.
Στα εφηβικά του χρόνια μοιράστηκε με τον πατέρα του τον
ενθουσιασμό για τον Κομμουνισμό που ερχόταν, αφέθηκε ακόμα και να συγχωρήσει το
καθεστώς όταν κυνήγησε τον πατέρα του και τον έβαλε δυο χρόνια στη φυλακή, αργότερα ενώ κατάφερε να φύγει στην Αμερική
ξαναγύρισε. Συνειδητοποίησε την υποκρισία όταν λογόκριναν ένα άρθρό του για την κατάργηση της θανατικής ποινής, κι
αργότερα ακόμα έμαθε να σκύβει το κεφάλι στη δικαστική του θέση για να μην
καταλήξει ένας παρίας, όπως οι φίλοι του που απολύθηκαν και κατέληξαν σε χαμαλοδουλειές. Δεν τους ξέχασε όμως και συνέχισε να
τους συναναστρέφεται.
Ο Άνταμ είναι ένας τυπολάτρης, για αυτό έγινε και νομικός,
ταυτόχρονα ενώ αγαπά τον έρωτα διστάζει να δοθεί, μακραίνει από τις σχέσεις του
όταν εκείνες πάνε να γίνουν ουσιαστικές. Όταν τα πράγματα σκουραίνουν στο γάμο
του, βρίσκει ερωμένη, χωρίς όμως να μπορεί κι εκείνη να τη συμμεριστεί ή να την
αγαπήσει. Μαθημένος να προσδοκά μια ελευθερία που δεν ερχόταν στην παιδική του
ηλικία, δυσκολεύεται να τη θυσιάσει για οποιονδήποτε. Αλλά τελικά δεν τη θέλει.
Γράφει στον αδελφό του προς το τέλος του βιβλίου:
«Από τον πόλεμο έμαθα να τρέφω ελπίδες και να πιστεύω πως θα
ξέφευγα την τελευταία στιγμή. Και ξέφυγα από την Τρύπα για να αποποιηθώ τις ευθύνες
μου σα δικαστής και να το σκάσω από τη Μαγδαλένα, αν τη θυμάσαι ακόμα. Όταν ήρθαν
τα δύσκολα έφυγα στην Αμερική. Βρήκα σύζυγο αλλά αντί να αντιμετωπίσω την αποξένωση
που μας απειλούσε βρήκα καταφύγιο στη δουλειά μου. Όταν ανακάλυψα πως η δουλειά
μου- σαν τον γάμο μου- δεν έβγαζε πουθενά, ξέφυγα με μιαν άλλη γυναίκα,
πείθοντας μάλιστα τον εαυτό μου πως επιτέλους προκαλούσα την τύχη μου. Από όλες
τις μορφές φυγής, η ίδια η αγάπη κρύβει καλύτερα τη φυγή. Αλλά πώς μπορείς να
υπάρχεις μέσα από τη φυγή; Αρχίζεις να συμπεριφέρεσαι σαν εγκληματίας: ρίχνεις
συνέχεια ματιές πίσω σου και είσαι ευχαριστημένος που κανείς δε σε έχει πάρει ακόμα
είδηση.»
Μιλάμε για ένα μυθιστόρημα ποταμό, που πραγματεύεται ένα σωρό θέματα, από την αγάπη, τον γάμο, την πίστη, την απιστία, έως τα σοβαρότερα, τον ναζισμό, τη φρικαλεότητα του πολέμου, την αδυναμία των ανθρώπων να υπάρξουν στα απολυταρχικά καθεστώτα, τα όρια της δικαιοσύνης, το ποιός την καθορίζει κι από που εκπορεύεται, τη θανατική ποινή. Κι όλα αυτά με τρόπο λογοτεχνικό, κάποτε αργό και διστακτικό, άλλοτε χειμαρρώδη. Ο Ιβάν Κλίμα, που σε αυτό το βιβλίο έχει ενσωματώσει την προσωπική του εμπειρία, αφού πέρασε τέσσερα χρόνια από την εφηβεία του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Τερεζίν, έχει μια μοναδική ικανότητα: χρησιμοποιώντας το τρίτο πρόσωπο καταφέρνει να μας κάνει να πιστέψουμε πως αφηγητής είναι ο ήρωάς του. Αυτό είναι μια μαγική αφηγηματική τεχνική που σε καθηλώνει, κάποτε σε κάνει να ψάχνεις με αγωνία την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, κατορθώνει όμως τελικά να σε κρατήσει μακριά και κοντά στον ήρωα, να σε κάνει να ταυτιστείς και παράλληλα να σου δώσει και δυο χαστούκια απομόνωσης. Περίπου όπως συμβαίνει και στην πραγματική ζωή.
"Η δοκιμασία", Ιβάν Κλίμα, μετ. Αντώνης Γαλέος, εκδ. Οδυσσέας, 1995, σελ. 534
Υ.Γ. Στον πρόλογο του ο συγγραφέας αναφέρει πως το πρωτότυπο είχε περίπου 300 σελίδες παραπάνω. Δεν ξέρω πως ήταν αυτό το βιβλίο, πάντως οι 534 σελίδες που διάβασα εγώ ήταν εντυπωσιακές.
Παραδίνομαι αμαχητί. Έχω δυο ράφια βιβλία για το καλοκαίρι.Δεν χωράνε άλλα. Πότε θα κολυμπάω; Πότε θα ψαρεύω; Πότε θα φωτογραφίζω;
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαχα, εγώ να δεις... Συγκρατιέμαι μέρα μέρα και δεν κάνω καινούργια παραγγελία.
Διαγραφήhytrff
ΑπάντησηΔιαγραφήΜεγάλο αλλά συμφωνώ καταπληκτικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι κάποιες φορές υπεραναλυτικό. Αλλά αξίζει τον κόπο.
Διαγραφή