Τον τελευταίο καιρό γίνεται μεγάλη κουβέντα για τα γραπτά του Μπολάνιο που θα εκδοθούν ή εκδόθηκαν μετά θάνατον, το «Λούμπεν μυθιστορηματάκι» πάντως είναι το τελευταίο βιβλίο του που εκδόθηκε όσο εκείνος ήταν εν ζωή. Πρόκειται για μια νουβέλα που γράφτηκε κατά παραγγελία, με όρο να είναι η δράση επικεντρωμένη σε μια πόλη. Ο Μπολάνιο διάλεξε τη Ρώμη. Αν και μου φαίνεται πως η ιστορία θα μπορούσε να σταθεί παντού.
Η Μπιάνκα και ο αδελφός της χάνουν τους γονείς τους σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και μένουν μόνοι. Όσο διαχειρίζονται το πένθος τους, πρέπει να αντιμετωπίσουν και τα πρακτικά της ζωής, η σύνταξη ορφάνιας που παίρνουν είναι ελάχιστη, κανένας ενήλικος δεν υπάρχει να τους αναλάβει. Βρίσκουν δουλειά, ο ένας σε ένα γυμναστήριο, η άλλη σε ένα κομμωτήριο, και σιγά σιγά παρατάνε το σχολείο. Μια μέρα ο αδελφός της θα φέρει δυο φίλους να μείνουν στο σπίτι, έναν Λίβυο κι έναν Μπολονέζο, που μοιάζουν σαν αδέλφια.
Πρόκειται για μια σκοτεινή ιστορία ενηλικίωσης, αναζήτησης ταυτότητας- και σεξουαλικής-, για μια καταβύθιση στην εφηβική ψυχή, όταν όλα γύρω καταρρέουν και χάνονται. Οι δύο βασικοί χαρακτήρες, και ειδικά η πρωταγωνίστρια Μπιάνκα, ξετυλίγονται σε όλο το μπολανικό τους μεγαλείο. Η πλοκή είναι απλή, αλλά δεν είναι. Στον συγγραφέα αρέσει να διερευνά θέματα ηθικής, να βάζει τους ήρωες να διαλέγουν. Εδώ, στη μέση μπαίνει κι έρωτας.
«Τώρα είμαι μητέρα κι είμαι επίσης παντρεμένη γυναίκα, αλλά δεν πάει πολύ καιρός που ήμουν εγκληματίας. Ο αδελφός μου κι εγώ είχαμε μείνει ορφανοί. Το γεγονός αυτό κατά κάποιο τρόπο τα δικαιολογεί όλα. Δεν είχαμε κανέναν. Κι όλα συνέβησαν στο άψε-σβήσε»
Το «Λούμπεν μυθιστορηματάκι» είναι ένα βιβλίο που δεν το ξεχνάς. Διαβάζεται εύκολα, πιθανότατα οι 119 σελίδες του να βγουν σε μια ανάγνωση. Στην πραγματικότητα όμως λίγοι θα αντισταθούν στον πειρασμό να το ξαναδιαβάσουν αμέσως. Μοιάζει να μην περισσεύει ούτε μια λέξη∙ κι αυτό όσο κι αν φαίνεται εύκολο, δεν είναι. Έχει να κάνει με το γεγονός πως ο Μπολάνιο ήταν πρωτίστως ποιητής και διηγηματογράφος, κι ας έγινε γνωστός για δύο ογκωδέστατα μυθιστορήματα.
Το ενδιαφέρον μου για τον συγγραφέα παραμένει αμείωτο μέσα στα χρόνια. Ξεκίνησα να τον διαβάζω δειλά, το 2010 με το Μακρινό αστέρι, έπειτα διάβασα το Amulet (το Φυλακτό) μετά το 2666, ακολούθησαν Οι Άγριοι ντετέκτιβ, οι Πουτάνες φόνισσες, τα Τηλεφωνήματα, Η Ναζιστική λογοτεχνία στην Αμερική, το Παγοδρόμιο. Δεν μπορώ να σκεφτώ αυτά τα χρόνια άλλον συγγραφέα που να μου προκαλεί τέτοια αναγνωστική ευφορία, μου ταιριάζει η σκοτεινιά και η αλλόκοτη ματιά του, η διαστροφή και η ευστροφία του. Λυπάμαι όπως όλοι, που πέθανε νωρίς και τον ανακαλύψαμε αργά. Αλλά δεν έχω καμία αμφιβολία πως Ρομπέρτο Μπολάνιο θα διαβάζουν και τα παιδιά μας.
Κατερίνα Μαλακατέ
"Λούμπεν μυθιστορηματάκι", Ρομπέρτο Μπολάνιο, μετ. Κρίτων Ηλιόπουλος, εκδ. Άγρα, 2018, σελ. 119
Χμ... Διάβασα το βιβλίο και δε μου είπε απολύτως τίποτα. Αρχικά σκέφτηκα πως ίσως να είναι αυτή η περίπτωση μια επαλήθευση αυτού που λέγεται, πως δηλαδή πρέπει να έχεις κάποια κοινά με τους ήρωες των βιβλίων που διαβάζεις, προκειμένου να τα κατανοήσεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜετά διάβασα κριτικές για το βιβλίο (να δω τι κατάλαβαν άλλοι που εγώ έχασα - γιατί ήμουν πολύυυυυ περίεργη), οι οποίες, ωστόσο, πουθενά δε μου φαίνεται να δικαιολογούν το θετικό πρόσημο (ή, άλλοτε, τα εξαιρετικά εγκωμιαστικά σχόλια) που βάζουν στο Μυθιστορηματάκι. Και τώρα που είδα πως το έργο γράφτηκε κατά παραγγελία, όλο και πιο πολύ πιστεύω πως, τελικά, αυτό το βιβλιαράκι ήταν ένα αστείο του Μπολάνιο, κάτι σαν τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα στο παραμύθι. Γράφει κανείς, με άλλα λόγια, ένα τίποτα, το τυλίγει στην καλή του φήμη του και μετά γέρνει πίσω στην πολυθρόνα του και κοιτάζει καθώς όλοι στύβουν το μυαλό τους να βρουν (και βρίσκουν) πολύ καλά λόγια να γράψουν γι' αυτό. Μόνο που ο βασιλιάς είναι γυμνός και ο συγγραφέας ίσως να το διασκέδασε πολύ, πριν πεθάνει. Η άποψή μου, τουλάχιστον.
Διονυσία
Εγώ πάλι το αγάπησα το βιβλίο, σαν σοκολατάκι που τρως από κάποιον που φτιάχνει εξαιρετικό προφιτερόλ.
Διαγραφή