1/2/19

"Πατσίνκο", Min Jin Lee




Πριν ξεκινήσω να διαβάζω το Πατσίνκο της Νοτιοκορεάτισσας Min Jin Lee, χρειάστηκε να ψάξω πληροφορίες για τον τίτλο του. Πατσίνκο είναι ένα γιαπωνέζικο τυχερό παιχνίδι, που μοιάζει με το δικό μας φλιπεράκι, αλλά με χρήματα. Τα μαγαζιά Πατσίνκο δεν είναι παράνομα στην Ιαπωνία -ενώ όλες οι άλλες μορφές τζόγου είναι-, παρ’ όλα αυτά τα περισσότερα καταστήματα ελέγχονται από τη Γιακούζα, την ιαπωνική μαφία, ενώ το 80% των ιδιοκτητών τους είναι κορεάτικης εθνικής καταγωγής. 

Ο τίτλος που χρησιμοποίησε η Λι για την οικογενειακή σάγκα της, που εκτείνεται χρονικά τουλάχιστον σε έναν αιώνα, είναι εξαιρετικά ταιριαστός. Για αυτό θέλησε να μιλήσει, για τη θέση των Κορεατών που μετανάστευσαν στην Ιαπωνία πριν ή κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πόλεμου και των παιδιών τους, που είναι γεννημένα στην Ιαπωνία – μπορεί να είναι 3ης ή 4ης γενιάς, να μην μιλούν Κορεάτικα πια, να μην ξέρουν καν αν προέρχονται από την Βόρεια ή τη Νότια Κορέα-, αλλά παραμένουν πάντα πολίτες β’ κατηγορίας, πολλοί από αυτούς δεν έχουν καν Ιαπωνικό διαβατήριο κι αναγκάζονται κάθε τρία χρόνια να ανανεώνουν άδεια παραμονής μες στην ίδια τους τη χώρα. 

Η ιστορία αρχίζει κάπου στις αρχές του περασμένου αιώνα στη Νότια Κορέα με ένα χωλό και δύσμορφο αγόρι, τον Χούνι, που λόγω του λυκοστόματος και του κουτσού ποδιού του δεν το παντρευόταν καμιά γυναίκα. Αναπάντεχα ήρθε στη μητέρα του ένα προξενιό. Με τη γυναίκα του έκαναν πολλές προσπάθειες για παιδί, αλλά επέζησε μόνο ένα, η Σάντζα. Η Σάντζα στα δεκαέξι της γνώρισε έναν μεγαλύτερο άντρα κι έμεινε έγκυος στο παιδί του. Ο άντρας αυτός ήταν παντρεμένος στην Ιαπωνία κι η Σάντζα αρνήθηκε να γίνει ερωμένη του. Για να τη σώσει από τη ντροπή, ένας νεαρός ασθενικός Βορειοκορεάτης ιερέας, προσφέρθηκε να την παντρευτεί και να την πάει στην Ιαπωνία να ξεκινήσουν μια νέα ζωή.  

Στο μυθιστόρημα ακολουθούμε τη ζωή της Σάντζα, των παιδιών και των εγγονών της, μπλέκουμε σε έναν κόσμο για τον οποίο ξέραμε λίγα και μπορούμε μόνο να φανταζόμαστε. Εν μέσω του Πολέμου, κι έπειτα με την ήττα, οι Κορεάτες παραμένουν πάντα βρώμικοι και ανεπιθύμητοι στην Ιαπωνία, ακόμα κι όταν πλουτίζουν, ακόμα κι όταν προσπαθούν να σπουδάσουν, ακόμα κι όταν πολιτογραφούνται Ιάπωνες πολίτες, ξεγράφουν το πραγματικό όνομα και την οικογένειά τους και προσπαθούν να ξεχάσουν. Τα φαγητά τους μυρίζουν αλλιώς, τα ονόματά τους είναι διαφορετικά, βρίσκονται ανάμεσα στις δύο κουλτούρες και τις δύο γλώσσες και στην ουσία μετά τη διχοτόμηση της Κορέας, μένουν απάτριδες, δεν υπάρχει πατρίδα για να γυρίσουν πίσω ακόμα κι αν το ήθελαν. 

Για αυτούς τους ανθρώπους ο νόστος είναι απαγορευμένος. Όπως και τα όνειρα ένταξης στην Ιαπωνική κοινωνία. Δεν έχουν ταυτότητα, ακόμα κι η χειρότερη Ιαπωνική οικογένεια θεωρεί ντροπή ένα μέλος της να παντρευτεί Κορεάτη. Ο καθένας ανταποκρίνεται όπως μπορεί. Οι γιαγιάδες που μιλούν Κορεάτικα- αλλά φυσικά δεν ξέρουν να γράφουν- θα μείνουν πάντα φιλοξενούμενες στη νέα χώρα, κι ας πέρασαν όλη τους τη ζωή εκεί. Τα παιδιά τους θα προσπαθήσουν να ενσωματωθούν, χωρίς να τα καταφέρουν. Και τα εγγόνια, θα νιώθουν προδομένα από την ίδια τους την πατρίδα και τη γλώσσα, την Ιαπωνία.

Παρά τον όγκο του, το Πατσίνκο είναι ένα βιβλίο που χαίρεσαι να το διαβάζεις, τύχαινε συχνά να με ξενυχτάει, για να προχωρήσω λίγες σελίδες ακόμα. Τα πρώτα κεφάλαια είναι πιο δυνατά, όταν ανοίγει η παλέτα των ηρώων στο τελευταίο μέρος, το βιβλίο αποδυναμώνεται. Ίσως η ιστορία των εγγονών να απαιτούσε έναν τόμο από μόνη της. Η Min Jin Lee είχε αυτό το βιβλίο στα σκαριά κοντά δεκαπέντε χρόνια, έψαξε, ρώτησε, ερεύνησε και τελικά έγραψε ένα ιστορικό μυθιστόρημα για το οποίο θα πρέπει να είναι περήφανη.

Το Πατσίνκο δεν είναι μελό, ακόμα και οι δυνατές στιγμές δίνονται με μια φράση, κοφτά, απαγορεύοντας το συναίσθημα. Σε αυτό μοιάζει να ακολουθεί την κουλτούρα του τόπου. Είναι ένα μυθιστόρημα που έχει να πει μια συγκλονιστική ιστορία, που δεν πλατειάζει, με ήρωες ολοζώντανους, μια μεγάλη αφήγηση, από μια τεχνίτρια του είδους. Θα ήθελα στα χρόνια που θα έρθουν η λογοτεχνία να ξαναρχίσει να μας λέει ενδιαφέρουσες ιστορίες, να βγει από την τρύπα της, να σταματήσει να κοιτάει τον αφαλό της, και με αφορμή μια προσωπική ιδέα- η ίδια η συγγραφέας είναι μετανάστρια- να φτιάχνει σπουδαία μυθιστορήματα∙ σαν κι αυτό. 


                                                                              Κατερίνα Μαλακατέ



"Πατσίνκο", Min Jin Lee, μετ. Βάσια Τζανακάρη, εκδ. Ίκαρος, 2018, σελ. 702











Υ.Γ. Και μόνο για την πραγματολογική έρευνα που απαιτεί, η μετάφραση ενός τέτοιου βιβλίου είναι άθλος. 


1 σχόλιο:

  1. Ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του είχε μία δυναμική, στο τέλος περίμενα κάτι πιο ανατρεπτικό. Ίσως το τέλος του Νόα θα μπορούσε να είναι ο επίλογος ενός πρώτου μέρους και να υπήρχε συνέχεια, όπως αναφέρετε στο σχόλιό σας. Αξίζει να διαβαστεί, πάντως.

    ΑπάντησηΔιαγραφή