Συγκλονιστικό. Αυτή είναι η σκέψη που μου έμεινε στο μυαλό τελειώνοντας την «Αστυνομία της μνήμης» της Γιόκο Ογκάουα. Ένα βιβλίο δυστοπικό, που σε αποκοιμίζει με τη γλύκα των πρωταγωνιστών του, τόσο που σχεδόν δεν καταλαβαίνεις τη φρίκη που περικλείει. Κι έτσι οι τελευταίες γραμμές του, παρότι εντελώς αναμενόμενες, σε χαστουκίζουν χωρίς έλεος.
Σε ένα νησί, τα πράγματα σιγά σιγά εξαφανίζονται, περνάνε στη λήθη, κανείς δεν τα θυμάται, ούτε τη λέξη που τα χαρακτηρίζει ουτε την ουσία τους, και σε κανέναν δεν λείπουν. Εκτός από τους ελαττωματικούς, αυτούς που δεν μπορούν να ξεχάσουν, που θυμούνται τα πουλιά, και τα τριαντάφυλλα και τα ημερολόγια, και τα μυθιστορήματα. Αυτούς τους κυνηγά η αστυνομία της μνήμης και τους εξαφανίζει. Η κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια είναι συγγραφέας. Η μητέρα της που ήταν γλύπτρια ήταν από τους πρώτους ανθρώπους που κλήτευσε κι έπειτα εξαφάνισε η αστυνομία της μνήμης. Ζει μόνη, αν εξαιρέσεις έναν γέρο που είναι φίλος της, και ζει σε ένα καράβι, αν και τα φεριμποτ εξαφανίστηκαν κι εκείνος ήταν καπετάνιος σε ένα φέριμποτ. Όταν ο Ρ., ο επιμελητής της αφηγήτριας, της αποκαλύπτει πως μπορεί να θυμάται, εκείνη αποφασίζει πως πρέπει να τον κρύψει για να τον σώσει. Κι έτσι τον εξαφανίζει σε ένα δωμάτιο ανάμεσα στους ορόφους του σπιτιού της, που μοιάζει να αιωρείται.
Τα θέματα που προκύπτουν είναι πολλά, αφορούν τη μνήμη και τον θάνατο, την αγάπη και τον έρωτα και το τι είναι σημαντικό στη ζωή. Αλλά φυσικά το βασικό ζήτημα είναι η απολυταρχία, ο έλεγχος της εξουσίας, πως συνηθίζουμε σιγά να παραδίδουμε τις ελευθερίες μας, να θεωρούμε αυτονόητους τους περιορισμούς. Πως εξαφανιζόμαστε χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτε για αυτό. Το βιβλίο ασχολείται και με κάτι άλλο πολύ σοβαρό, Η Ογκάουα ψάχνει να βρει τι είναι εκείνο που νοηματοδοτεί το πέρασμά μας από αυτή τη ζωή, ποιος μπορεί και ποιος δεν μπορεί να αντεπεξέλθει στην πρόκληση και να υπάρξει. Και τελικά, ποιους αγαπάμε, ποιοι είναι η οικογένειά μας, ακόμα κι αν δεν είναι συγγενείς, πώς ο θάνατος μπορεί να μην είναι το δυσκολότερο κομμάτι. Τουλάχιστον όχι για αυτόν που πεθαίνει.
Αγαπώ τη γράφη της Γιόκο Ογκάουα, της λείπουν όλα τα περιττά. Ακροπατεί ανάμεσα στη φρικτή πραγματικότητα και τη φαντασία. Σε αυτό το μυθιστόρημα, που γράφτηκε το 1994, είναι πραγματικά στα καλύτερά της. Δεν περισσεύει ούτε μια λέξη, κι ας μην γίνεται τίποτα. Η Ογκάουα έχει μοναδική ικανότητα χωρίς να εγκαταλείπει την Ιαπωνία, κι ενώ συνεχίζει να γράφει αποκλειστικά στα ιαπωνικά, να γράφει μυθιστορήματα που μοιάζουν άχρονα και χωρίς τόπο, αν και σε αφορούν βαθιά και δεν μπορείς να τα ξεχάσεις.
"Η αστυνομία της μνήμης", Γιόκο Ογκάουα, μετ. Χίλντα Παπαδημητρίου, εκδ. Πατάκη, 2020, σ. 372
Υ.Γ. 42 Αν και γενικά η ιδέα πως το βιβλίο δεν μεταφράστηκε από τα Ιαπωνικά δεν με ενθουσιάζει, η Χίλντα Παπαδημητρίου έκανε εξαιρετική δουλειά, και σε καμία στιγμή δεν ένιωσα πως το κείμενο ξεφεύγει από τη γνώριμη γραφή της Ογκάουα που ξέρουμε στα ελληνικά από μεταφράσεις από τα ιαπωνικά του Παναγιώτη Ευαγγελίδη για τις εκδόσεις Άγρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου