23/4/09

ΣΠΦ

Ήταν νύχτα όταν θέλησε να βγει για πρώτη φορά έξω. Όλοι τον παρότρυναν, τον καθοδηγούσαν, μα αυτός δεν το τολμούσε. Δεν είχε και πολύ σημασία, κάτω από τους θόλους η νύχτα και η μέρα ήταν τεχνητά κατασκευάσματα έτσι κι αλλιώς. Αυτό είπε στον εαυτό του και ξεκίνησε.

Το σχολείο βρισκόταν σε μια ερημική τοποθεσία, γεμάτη βράχια. Δυσκολευόταν να ανασάνει από την προσπάθεια να σκαρφαλώνει τόσους λόφους. Όσο προχωρούσε οι δρόμοι γύρω του μεταμορφώνονταν σε ό,τι τους ήθελε η φαντασία του και το ήξερε. Έπρεπε να σταματήσει το μυαλό του για να δει την Πραγματικότητα. Το μεγαλύτερο προσόν και η μιζέρια της ζωής του ήταν που μπορούσε όλα να τα κάνει ευχάριστα ή δυσάρεστα με μια σχέση. Ζούσε στην ψευδαίσθηση.

Μπορούσε να βγει έξω όποια στιγμή ήθελε, είχε την άδεια και τις ευλογίες όλων, ακόμα και τις διαταγές τους, διάολε. Του πήρε δεκαπέντε χρόνια να το κάνει και τώρα ένιωθε χαμένος, ειδικά από την ώρα που μπήκε στα όρια της πόλης. Η άσφαλτος πάντα του δημιουργούσε δυσαρέσκεια, αλλά ο συνδυασμός της με τα φώτα ήταν τελείως αποπροσανατολιστικός. Ανοιγόκλεισε τα μάτια και το σκηνικό έγινε κάπως πιο ήπιο. Συνήθιζε.

Στη γωνιά του δρόμου, κάτω από την ελάχιστη προστασία ενός περβαζιού ήταν ένας άστεγος. Έμοιαζε πιωμένος, αλλά δεν μύριζε αλκοόλ όπως οι περισσότεροι, αυτό θα του δημιουργούσε σιχασιά. Κάθισε κοντά του και τον άφησε να μονολογεί για τον βρομόκαιρο.

«Άμα δε με βρουν κατεψυγμένο το πρωί, υπόσχομαι να πάω στους Ανώνυμους Αλκοολικούς αύριο», του είπε σε κάποια φάση. «Έτσι μπορεί να με δεχτεί και η γυναίκα μου πίσω.». Τον άφησε να του πει για τη ζωή του, με μεγάλα κενά αντίληψης και πολλές άχρηστες λεπτομέρειες. Οι ιστορίες των ανθρώπων πάντα φιλτράρονταν μέσα του, γίνονταν κάπως σα δικές του εμπειρίες.

Κάθισε κοντά του κι άλλο, ο άστεγος χρειαζόταν ένα φίλο. «Θα πεθάνω απόψε, αν χιονίσει», του είπε. Του έπιασε το χέρι και του έδειξε τον ουρανό, η κοκκινίλα είχε φύγει, ο αέρας γινόταν κάπως μαλακότερος. «Ούτε καν θα βρέξει», μονολόγησε ο άντρας και η φάτσα του χαμογέλασε ολόκληρη.

«Θέλω να κοιμηθώ», είπε κι έστρωσε τα υπάρχοντά του στο κεφαλόσκαλο. Τον άφησε να ξεκουραστεί. «Μην ξεχάσεις την υπόσχεση σου», είπε λίγο πριν φύγει. «Αύριο το πρωί, Ανώνυμοι Αλκοολικοί». Είχε σώσει έναν άνθρωπο.

Ο δρόμος του φάνηκε τώρα σχεδόν φιλόξενος, σα να μη χρειαζόταν να καταβάλει προσπάθεια για να περπατήσει. Σιχτίρισε μέσα από τα δόντια του κι αμέσως ένιωσε την κούραση να γυρίζει στα μέλη του. Έπρεπε να σταματήσει να το κάνει αυτό στον εαυτό του. Άστεγοι που δε βρωμάνε και υπόσχονται να αλλάξουν τη ζωή τους στον πρώτο περαστικό. Ούτε μελό γυναικούλα δε θα το σκεφτόταν αυτό, πόσο μάλλον να το έκανε πραγματικότητα. Πίεσε το μυαλό του να μη φτιάχνει εικόνες, να μπορέσει να ζήσει λίγο ωμό ρεαλισμό.

«Σύνδρομο Πραγματικής Φαντασίας», το έλεγαν, χαϊδευτικά Σ.Π.Φ. Γύρω στα δέκα άτομα σε όλο το Σύμπαν έπασχαν από αυτό. Ζούσαν στον δικό τους κόσμο, εντελώς αποκομμένοι από την πραγματική Πραγματικότητα. Δεν ήταν σίγουρος ότι το καταλάβαινε κι ας του το είχαν εξηγήσει διεξοδικά από τότε που τον διέγνωσαν και μετά. Αυτός ο άστεγος ήταν τόσο αληθινός, αλλά υπήρχαν σημάδια που πρόδιδαν την ανυπαρξία του – η καθαριότητα, η σοβαρότητα, η διάθεση για κουβέντα. Αυτά δεν υπήρχαν στον πραγματικό Πραγματικό Κόσμο.

Τα άτομα με τη δική του πάθηση, γεννιόνταν συχνά και με άλλες γενετικές ανωμαλίες, συνήθως νοητική στέρηση και δυσμορφίες προσώπου. Δυο όλοι κι όλοι είχαν κανονικό δείκτη ευφυΐας και ήταν εν ζωή, αυτός και η Λίνα. Η νοητική στέρηση ήταν ευλογία, μπορεί να ζούσες στον κόσμο σου, αλλά δεν καταλάβαινες πως ήταν ψεύτικος. Ήσουν ευτυχής ή δυστυχής, κατά βούληση.

Αυτός ήξερε τα πάντα, βούλιαζε για λίγο στην παραίσθηση κι έπειτα ο κόσμος ερχόταν να καταρρεύσει στο πλάι του. Μερικές φορές η βλακεία είναι απαραίτητη. Αναστέναξε. Με τη Λίνα βλέπονταν μερικές φορές μέσω τηλεφώνου. Ήταν όμορφη, τόσο όμορφη που δε θα το περίμενε ποτέ κανείς να πάσχει από ΣΠΦ. Πρέπει να ήταν ακόμα πιο δύσκολο για κείνη, οι δικές του δυσμορφίες είχαν διορθωθεί όταν ήταν πολύ μικρός, η εμφάνιση του ήταν φυσιολογική, η ζωή του δεν ήταν. Η ζωή σε ίδρυμα δεν είναι ποτέ κανονική. Βάφτιζε την ψυχιατρική κλινική σχολείο, αν και στις στιγμές διαύγειας αυτό τον τρέλαινε ακόμα περισσότερο.

Οι άλλοι γύρω του ήταν τρελοί, ηλίθιοι, ή νοσηλευτές, προτιμούσε να τους φαντάζεται μαθητές και δασκάλους. Αυτό που τον εξόργιζε ήταν πως ήξερε πως μπορούσε να φτιάξει έναν καλύτερο κόσμο, αν τον άφηναν. Φυσικά ψεύτικο, αλλά τέλειο.

Ούτε οι γονείς του δεν άντεξαν τον τέλειο κόσμο και δεν τους αδικούσε. Δεν είναι λίγο εκεί που ζεις τη ζωή σου έτσι όπως είναι, να βυθίζεσαι στην παραίσθηση του γιου σου κι έπειτα να ξαναπέφτεις στη μιζέρια της πραγματικότητας. Αυτό ήταν το βασικό του πρόβλημα, οι άλλοι. Οι ασθενείς με Σ.Φ.Π τους χρησιμοποιούσαν, τους έβαζαν στην πραγματικότητα τους. Οι γονείς του βαρέθηκαν να ζουν ευτυχισμένοι, όσο ήθελε εκείνος. Θα ήταν χαρούμενοι αν δεν συνειδητοποιούσε ποτέ την αλήθεια, αν τους άφηνε να ζουν όπως στο μυαλό του για πάντα. Μα, αυτός κάποια στιγμή την έβλεπε την πραγματική Πραγματικότητα, κι εκεί οι δυο του δεν άντεχαν ο ένας τον άλλον ούτε ώρα.

Η βόλτα τού έκανε καλό. Οι συμμαθητές του είχαν δίκιο τόσον καιρό που τον παρότρυναν να βγει έξω, να δει τον κόσμο έξω από τα κάγκελα. Σε λίγο θα χάραζε στο θόλο, φαίνονταν κιόλας οι πρώτες υποψίες του ροζ και του μοβ στον ουρανό. Ένιωθε χαρούμενος. Το σώμα του είχε μια ιδέα αρρενωπότητας ήδη. Ήταν δεκαπέντε χρόνων, όλη η ζωή δική του. Και σε λίγο θα έβλεπε τη μοναδική γυναίκα που πόθησε ποτέ.

Η εκπληκτική της ομορφιά τον άφησε άναυδο. Όσες φορές κι αν την έβλεπε στο τηλέφωνο δεν τη χόρταινε. Το σχήμα του προσώπου, το χρώμα των ματιών, των μαλλιών, όλα πάνω της ήταν τέλεια. Έτρεξε να την αγκαλιάσει. Έσκυψε και τη φίλησε και στα δυο μάγουλα. Εκείνη δεν τον αγκάλιασε, αν και ήξερε πως το ήθελε πολύ. Ήδη τους είχε βάλει στον κόσμο της. Θα κάνανε πικ νικ. Η Λίνα ήταν ο μόνος πάσχων από Σ.Π.Φ στον κόσμο που ήταν τετραπληγική, αλλά σε λίγο όλα αυτά θα έπαυαν. Έκλεισε το μυαλό του, για να μην παρεμβαίνει με το δικό της, και χώθηκε στη δική της ζωή.

Άρχισε να τρέχει για να την προλάβει. Φορούσε το ωραιότερο φόρεμα που υπήρχε ποτέ και όταν την έπιασε το κορμί της σπαρτάρισε με το πρώτο του άγγιγμα. Κάναν έρωτα σα να μην υπήρχε αύριο. Στην ουσία δεν υπήρχε. Η ευτυχία είναι δυο στιγμές.

Ξύπνησε με ένα φοβερό πονοκέφαλο. Πάνω του ο θόλος είχε αρχίσει να βραδιάζει. Από μακριά η φωνή της μάνας του έφτασε εφιαλτική. Τη μισούσε. «Πού ήσουν, μπορείς να μου πεις; Θα μας βάλουν φυλακή », άρχισε να κλαίει.

Ο άστεγος είχε βρεθεί νεκρός από το κρύο, ο καιρός στην Πραγματικότητα δεν είχε γλυκάνει. Κι η Λίνα είχε κάνει μήνυση για βιασμό. Κανείς δε μπορούσε να εξηγήσει γιατί είχε εμμονή με αυτήν την κοπέλα, γιατί νόμιζε πως έπασχαν από το ίδιο πράγμα, ακόμα χειρότερα δεν καταλάβαιναν γιατί τη φανταζόταν ανάπηρη.

Κοίταξε το θόλο πάνω από το κεφάλι του. Είχε μόλις αρχίσει να ξημερώνει κι η Λίνα χαμογελούσε μακάρια στην αγκαλιά του. «Σ’ αγαπώ», του ψιθύρισε.

5 σχόλια:

  1. Πολύ μου άρεσε, όμως δεν μας είπες, τι είναι αυτό που διαβάσαμε;
    Αν μου επιτρέπεις, μπορώ να ρωτήσω, γιατί διατυπώνεις σε μια φράση δυο ίδιες λέξεις «πραγματικό Πραγματικό Κόσμο», μήπως ήταν καλύτερα να διατυπώσεις την πρώτη με τη λέξη «ουσιαστικό ή ουσιαστικά»;
    Ίσως να κάνω εγώ λάθος ή να ξέρεις τι γράφεις καλύτερα εσύ, απλά ρωτώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. έχεις δίκιο, δυο ίδιες λέξεις είναι ασυνήθιστο. Το χρησιμοποίησα γιατί μπλέκει λίγο ακόμα τα επίπεδα του πραγματικού...

    Δεν είναι μέρος από μεγαλύτερο κείμενο, αν και θα μπορούσε να γίνει. Το έγραψα για ένα διαγωνισμό διηγημάτων του φανταστικού που είχε περιορισμό λέξεων. Αν αναρωτιέσαι, δεν τους άρεσε και πολύ....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Μην το βάζεις κάτω!
    Εγώ έστειλα ένα διήγημα Επιστημονικής Φαντασίας κάπου και αντί να πάρω το πρώτο βραβείο (το εννοώ και το πιστεύω) δεν διακρίθηκε καθόλου!
    Τώρα, θα έλεγα που είναι, αλλά… άντε…
    Μασονική Στοά μου φαίνεται είναι εκεί!
    …κατάλαβες ακόμα και τι παίζεται…
    μην πτοείσαι από ατάλαντους και παραπληροφορημένους!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος5/6/09, 12:25 π.μ.

    Το διαβασα προσφατα στη φαρμακογλωσσα και μου θυμισε Horselover Fat. Σε εχει επηρρεασει καπως;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ομολογώ πως δεν έχω διαβάσει το Horselover fat. Αξίζει τον κόπο να το κάνω; Τα διαβάσματά μου σε sci/fi έχουν αραιώσει πολύ τα τελευταία χρόνια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή