Για μένα το να γυρνάω στην
Επιστημονική Φαντασία, στη σιγουριά και την απλοχεριά της, σημαίνει συνήθως δυο
πράγματα. Το πρώτο είναι πως έχω διαβάσει ένα μεγαλειώδες βιβλίο και δε θέλω να
μετριάσω την εντύπωση που μου άφησε με ένα εξίσου καλό ακριβώς μετά. Το δεύτερο
είναι πως τραβάω κάποιου είδους ζόρι που με αφήνει ανίκανη να συγκεντρωθώ. Στην
παρούσα φάση θα ποντάριζα στη δεύτερη εκδοχή.
«Ο αντίστροφος κόσμος» του Philip K. Dick είναι ένα
εξαιρετικό βιβλίο του είδους, χτίζει έναν κόσμο όπου οι νεκροί ξαναγεννιούνται
στο μνήμα τους, ζουν αντίστροφα το χρόνο μέχρι να ξαναγίνουν παιδιά και να χωθούν
σε κάποια βολική μήτρα. Αλλά και αυτοί που δεν είναι νεκρογεννημένοι επηρεάζονται
από την αντιστροφή του χρόνου, κι ειδικά αν είναι νέοι χάνουν τη μισή ζωή τους.
Ήρωας του βιβλίου είναι ο Σεμπ Χέρμς, ένας ιδιοκτήτης Οίκου Αναγέννησης (αυτοί
που ξεθάβουν τους άρτι γεννημένους νεκρούς), που είναι σχετικά πρόσφατα νεκρογεννημένος και παντρεμένος
με μια πολύ μικρότερη του γυναίκα που είναι κανονική. Από καθαρή τύχη ο Σεμπ θα
ξεθάψει τον Άνακτα Πηκ, έναν γκουρού της δεκαετίας του 70 που δίδασκε πως θα
συμβεί η αναγέννηση των νεκρών και στη μνήμη του δημιουργήθηκε η κυρίαρχη λαϊκή
θρησκεία. Φυσικά, όλα τα μεγάλα συμφέροντα τον κυνηγούν, η παντοδύναμη Βιβλιοθήκη
που σκοπό έχει να διαγράψει ό,τι γράφτηκε ποτέ, οι Ουντίτες- η θρησκευτική οργάνωση, η
αστυνομία.
Το βιβλίο έχει από όλα, διακριτούς
και σαφείς ήρωες, εξαιρετική φαντασία, καλή αφηγηματική ροή, σωστή δομή της δυστοπίας.
Με λίγα λόγια είναι από τους καλύτερους Φίλιπ Ντικ που έχω διαβάσει -κι έχουν πέσει
πολλοί στα χέρια μου. Κι αν δεν απαντά στα προαιώνια ερωτήματα της ζωής, κι αν
οι εμμονές του Ντικ με τη θρησκεία και την ψυχεδέλεια έχουν αρχίσει ήδη να φαίνονται
(κορυφώνονται στο ακατάληπτο για μένα Valis), κι αν οι νεαρές και σούπερ σέξι ηρωίδες πηγαίνουν πάντα
με πολύ μεγαλύτερους τους άντρες, δε με νοιάζει. Γιατί τα βιβλία, μερικές
φορές, λειτουργούν λυτρωτικά και καθαρτικά χωρίς κανέναν προφανή λόγο.
"Ο αντίστροφος κόσμος", Φίλιπ Κ. Ντικ, μετ. Μαρία Αντωνίου, εκδ. Μέδουσα, 1992, σελ.195
Πρώτη φορά διάβασα Φίλιπ Ντικ στον στρατό, όταν ένας φίλος μού χάρισε τον "Άνθρωπο σε ψηλό κάστρο". Έως τότε, πάλευα την ηλιθιότητα του στρατού διαβάζοντας απανωτά, βιβλία του Μαρκ Τουέην (μια χαρά μέθοδος όμως, αποδίδει)! Αργότερα, διάβασα και το "Ηλεκτρικό πρόβατο" που βρήκα μεταχειρισμένο από ένα παζάρι.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπως και συ (ή μάλλον όχι ακριβώς όπως εσύ, εγώ είμαι σε χειρότερη μοίρα) διαβάζω βιβλία επιστημονικής φαντασίας με μεγάλη φειδώ. Μόνο αν μου τα βάλεις στην μούρη! Νομίζω πως διαβάζω το ένα μεγαλειώδες βιβλίο πίσω απ' τ' άλλο, αδιαφορώντας για συγκρίσεις, θεωρώντας τα βιβλία ΕΦ ακατάλληλα για έναν μεγαλειώδη αναγνώστη σαν και του λόγου μου! Κι όμως, όταν τυχαίνει να διαβάσω κάποιο, οικτίρω τον εαυτό μου για την μικρόνοια που υπέδειξε. Ακόμα και τώρα, δεν μπορώ να τα παρεμβάλλω ισομερώς ανάμεσα στις αναγνώσεις μου. Τι κι αν αναγνωρίζω το λάθος μου εφ' όσον αδυνατώ να το διορθώσω;;
Όσο για την συγκέντρωση που λες, υπονοώντας ότι τα βιβλία ΕΦ απαιτούν λιγότερη συγκέντρωση κατά την ανάγνωση, όσες φορές διάβασα τέτοια βιβλία, παρά την χαλαρή σύνδεση των προτάσεων, οι ιδέες συμπλέκονταν με τέτοια μανία που στο τέλος δεν ένιωθα χαλαρός άλλα ηλίθιος. Χαλαρά ηλίθιος, για να γίνω σαφής!!
Τα τελευταία χρόνια κι εγώ κάνω συνέχεια το ίδιο λάθος, πρέπει να μου φέρεις το βιβλίο Ε.Φ. στο πιάτο για να το ανοίξω. αλλά όταν το διαβάζω πάντα λέω τί χαζιμάρα έκανα....
ΔιαγραφήΌσο για τη συγκέντρωση, εννοώ πως ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας συνήθως σε παίρνει από τα μούτρα, δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα, δεν απαιτεί κόπο για να το διαβάσεις. Κι ίσως έτσι μένουν και περισσότερα στο τέλος.
Πολλά (αναγνωστικά) κοινά έχουμε, να το κοιτάξουμε. Αν κι εγώ δεν πήγα στρατό...